Προδημοσίευση αποσπάσματος από το μυθιστόρημα για εφήβους της Αλεξάνδρας Μητσιάλη «Οι μέρες που δακρύζουν» το οποίο θα κυκλοφορήσει στις 25 Οκτωβρίου από τις εκδόσεις Πατάκη.
Επιμέλεια: Κώστας Αγοραστός
«Λαέ, μπορείς»
Κοιμήθηκε σκεπασμένη με το σφιχτοπλεγμένο σάλι της γιαγιάς της, σε κάποια αίθουσα, κουλουριασμένη σε μια γωνιά. Κοιμήθηκε πολύ αργά, εξαντλημένη από την κούραση και τις σφοδρές συζητήσεις.
Χωρίς φωνή από τα συνθήματα.
Έχοντας ξεχάσει ολότελα το φαγητό.
Και δεν περίμενε σε κανέναν προθάλαμο. Πέρασε απευθείας, με μια δρασκελιά, στο κυρίως δωμάτιο του ύπνου.
Ξύπνησε χάραμα και βγήκε στα σκαλοπάτια της Αρχιτεκτονικής. Τα χρώματα στον ουρανό και το πρωινό αεράκι προμήνυαν μια όμορφη μέρα. Και όπως το βλέμμα της έφυγε μακριά προς τη μεριά του ορίζοντα –ροδαλές ακόμα οι σκεπές της πόλης, η Πατησίων σπαρμένη από τα χθεσινά τρικάκια και τα φέιγ βολάν, αργοκίνητα τα διερχόμενα τροχοφόρα, είχαν αρχίσει να κοντοστέκονται κιόλας μπροστά στα κάγκελα οι πρώτοι περαστικοί–, μη μπορώντας να το αποφύγει, υποδέχτηκε την καινούρια μέρα με λέξεις του Κώστα, από κείνες τις περιγραφές του που την έκαναν να βλέπει με τη φαντασία της τοπία που δεν είχε ποτέ της ξαναντικρίσει.
«Κόπασαν οι αέρηδες σαν ξόδεψαν όλη νύχτα αναίτια τη μανία τους. Ο ήλιος βγήκε αργά και επίσημα απ’ τα βάθη της Τουρκίας, σωστός ανατολίτης βασιλιάς, με τα περίχρυσα στολίδια του που σκόρπαγαν πλούσια τη λάμψη τους. Η διαφάνεια του ορίζοντα, κατά τη μεριά του νότου, όπου δεν υπάρχουν βουνά, μονάχα πλατιά θάλασσα, θόλωσε ή μάλλον η ομίχλη, που ξάστραφτε απ’ τις πρωινές ακτίνες, σου ’δινε την εντύπωση πως ο κάμπος σκεπάστηκε απ’ τα νερά του Αιγαίου».
Έσπρωξε πιο βαθιά μέσα της μια θλίψη και μια ανησυχία για τον Κώστα, που όσο περνούσαν οι ώρες της κατάληψης γινόταν όλο και πιο έντονη, και είδε τα νερά μιας ήρεμης παλίρροιας, που χρύσιζε στο εκτυφλωτικό φως του ήλιου, να προελαύνουν τελετουργικά και να σκεπάζουν μια πλατιά, καταπράσινη πεδιάδα – τους θάμνους, τα δέντρα, τα σταροχώραφα.
Και σκέφτηκες, Μυρσίνη, ότι ο ήλιος που φαίνεται τούτη τη μέρα να προβάλλει λαμπρός δε σημαίνει με τίποτα ότι οι πολιτικοί αέρηδες θα καταλαγιάσουν.
Αντίθετα, είναι ολοφάνερο ότι τα μποφόρ αυξάνονται μετά τη χθεσινή νύχτα.
Σαν μια απρόσμενη παλίρροια ν’ ανηφορίζει αργά και τελετουργικά στην καρδιά της Αθήνας, που από την Τετάρτη έχει γίνει η καρδιά της Ελλάδας. Και το πολιτικό τοπίο, που μόλις χθες φαινόταν κάπως, σήμερα φαίνεται κάπως αλλιώς.
Πώς θα σταθεί η χούντα απέναντι στις θέσεις των φοιτητών;
Πώς θα αντιμετωπίσει την τόση υποστήριξη του κόσμου;
Αναπόφευκτα θα πρέπει να δώσει μια απάντηση.
Και τι απάντηση θα μπορούσε να δώσει σ’ αυτό που από ώρες πια έχει σταματήσει να είναι διαμαρτυρία και έχει μετατραπεί σε εξέγερση;
Πώς θα σταθεί η χούντα απέναντι στις θέσεις των φοιτητών;
Πώς θα αντιμετωπίσει την τόση υποστήριξη του κόσμου;
Αναπόφευκτα θα πρέπει να δώσει μια απάντηση.
Και τι απάντηση θα μπορούσε να δώσει σ’ αυτό που από ώρες πια έχει σταματήσει να είναι διαμαρτυρία και έχει μετατραπεί σε εξέγερση;
Που δεν είναι εξέγερση μόνο των φοιτητών, αλλά φαίνεται ότι εκφράζει όλο και πιο πολλούς ανθρώπους;
Πώς θα αντιμετώπιζε την εξέγερση, λοιπόν, η λεγόμενη φιλελευθεροποίηση Μαρκεζίνη;
Αναρωτιέσαι κι ακούς το εναρκτήριο γρατζούνισμα του ραδιοφωνικού σταθμού και γυρίζεις προς τη μεγάλη πόρτα της Αρχιτεκτονικής να ψάξεις, κοιτώντας μία μία τις αίθουσες, τους διαδρόμους, τα σχεδιαστήρια, περνώντας ανάμεσα απ’ τα κοιμισμένα σώματα –πάνω στα τραπέζια σχεδίασης, στο πάτωμα, στις καθηγητικές έδρες– την Αντωνία.
Θέλεις, Μυρσίνη, πριν ξυπνήσουν όλοι οι άλλοι, να κουβεντιάσετε λιγάκι για όσα έγιναν το προηγούμενο βράδυ στις συνελεύσεις για την εκλογή της Συντονιστικής Επιτροπής, όπου κάθε σχολή ψήφισε αντιπροσώπους που θα μετέφεραν τις απόψεις της σε αυτό το συλλογικό όργανο, το οποίο μετά από συζήτηση θα κατέληγε σε αποφάσεις.
Θέλεις να αναλύσεις με την Αντωνία όλα όσα έχουν ειπωθεί. Τις διαφωνίες και τις συμφωνίες, το αν θα ήταν προτιμότερο να διατηρήσετε την κατάληψη ή να βγείτε στους δρόμους φωνάζοντας τα αιτήματά σας.
Τι θα μπορούσε να έχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα: ένα ισχυρό κέντρο αντίστασης ή η διάχυση μέσα στο πλήθος;
Πότε η συσσωρευμένη οργή έχει νόημα να περπατάει στους δρόμους και πότε χρειάζεται να πατήσει κάπου σταθερά για να εκφραστεί;
Μήπως τις κρίσιμες στιγμές μόνο τα διλήμματα, αυτό το διαζευκτικό ή που με το πινέλο σου είχες φροντίσει ιδιαίτερα, Μυρσίνη, εξαφανίζουν τις αποχρώσεις, τις δεύτερες σκέψεις, τις πιθανές εκδοχές, και τοποθετούν με ξεκάθαρο τρόπο την αναγκαιότητα μιας ριζικής απόφασης; Ή μήπως τα διλήμματα εκβιάζουν καταστάσεις οδηγώντας σε άκρα για τα οποία όλοι είναι απροετοίμαστοι;
Άραγε αρκεί μια θαρραλέα αγωνιστική αναλαμπή για να σκορπίσει τον τρόμο που προκαλεί η απειλή του θανάτου με την οποία το φασιστικό καθεστώς χειραγωγεί; Ή μόνο με ένα ενθουσιώδες, τρελό, απονενοημένο διάβημα ο τρόμος μπορεί να διαλυθεί και να δώσει τη θέση του στη δύναμη της επιθυμίας, που κάνει να μοιάζει δυνατό το αδύνατο και γεννά την αίσθηση του ατρόμητου, αυτό το άφοβο φλερτάρισμα με την αθανασία;
Και θαύμασε τους συμφοιτητές και τις συμφοιτήτριές της το προηγούμενο βράδυ στις συζητήσεις τους κι αισθάνθηκε, η Μυρσίνη, ότι παρά τις αμφιταλαντεύσεις, τους δισταγμούς, τις αμφιβολίες, στην πλειοψηφία τους ένιωθαν την ανάγκη να υπερασπιστούν τoν αγώνα τους, είχαν πάρει αυτή την τολμηρή απόφαση που κανείς τους δεν ήξερε πού θα μπορούσε να οδηγήσει.
Όμως η Μυρσίνη δε βρήκε την Αντωνία, γιατί τα πράγματα εξελίχθηκαν πολύ γρήγορα.
Τα παιδιά που ξύπνησαν και σηκώθηκαν δυναμικά.
Οι διάφορες ομάδες που συγκροτήθηκαν και πάλι με ενθουσιασμό.
Οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες που συγκεντρώνονται έξω από το προαύλιο, στην Πατησίων, με σακούλες γεμάτες τρόφιμα, με χρηματικές εισφορές, με ενθαρρυντικές κουβέντες, με μεγάλα χαμόγελα.
Η περιφρούρηση που ανασυντάχτηκε και αποφασίστηκε να ισχυροποιηθεί πίσω από τις μεγάλες εισόδους.
Ο ραδιοφωνικός σταθμός που εκπέμπει ξανά.
Τα τρόλεϊ και τα λεωφορεία που, δήθεν αδιάφορα, κάνουν στάση μπροστά στο Πολυτεχνείο για να δεχτούν τα τρικάκια και τους μαρκαδόρους που γράφουν τις απαγορευμένες λέξεις πάνω στις λαμαρίνες τους.
Οι Αθηναίοι και οι Αθηναίες που συγκεντρώνονται έξω από το προαύλιο, στην Πατησίων, με σακούλες γεμάτες τρόφιμα, με χρηματικές εισφορές, με ενθαρρυντικές κουβέντες, με μεγάλα χαμόγελα.
Τα συνθήματα που σταθερά κι επίμονα κυκλοφορούν με τις πειρατικές ραδιοσυχνότητες στην καρδιά και στις αρτηρίες της Αθήνας.
⧻
Η Μυρσίνη, σε διαρκή κινητικότητα από το πρωί, έχει περάσει και πάλι απ’ όλες σχεδόν τις δουλειές και ήταν μπροστά όταν ο καθηγητής Τάσσιος, σοβαρός και επιβλητικός, τους έδωσε συγχαρητήρια για την άψογη περιφρούρηση και για τη φύλαξη του γραφείου του.
Και θα μπορούσε να το βεβαιώσει και η ίδια στον πατέρα της, που πάντα τους τόνιζε την αξία της δημόσιας περιουσίας, ότι είχαν κατορθώσει να διατηρήσουν άθικτα και ολοκάθαρα τα γραφεία των καθηγητών, τα εργαστήρια, τα αμφιθέατρα, τις αίθουσες των μαθημάτων. Απόλυτος σεβασμός στις υποδομές του πανεπιστημίου που ήταν το δεύτερο σπίτι τους.
Στο τέλος, η Μυρσίνη βγαίνει να μοιράσει τρικάκια στην Πατησίων. Είναι σίγουρη ότι ο κόσμος έξω από το Πολυτεχνείο είναι πολλαπλάσιος από τη χθεσινή μέρα, ακόμα πιο ενθουσιώδης και υποστηρικτικός. Και πληθαίνει ολοένα.
Η Μυρσίνη σταματάει να μοιράζει τρικάκια όταν η φωνή του Νίκου Ξυλούρη γεμίζει το προαύλιο, χωρίς μικρόφωνο, στεντόρεια, μια περήφανη κραυγή από τα κορφοβούνια και τα διάσελα των βουνών της Κρήτης, και πλησιάζει ν’ ακούσει από κοντά.
⧻
Βρίσκεται στο προαύλιο, στη σκιά μιας νεραντζιάς, η Μυρσίνη, όταν, στην καρδιά του μεσημεριού, καταφθάνουν οι αγρότες από τα Μέγαρα.
Φορούν τα καλά τους κοστούμια και τις τραγιάσκες τους. Φτάνουν συντεταγμένοι με τα συνθήματα και το πανό τους και μπαίνουν καταχειροκροτούμενοι στο κτίριο Αβέρωφ, όπου τους υποδέχεται η Συντονιστική Επιτροπή της κατάληψης και της επιδίδουν το ψήφισμά τους λέγοντας: «Πήγαμε στο υπουργείο και δε μας δέχτηκαν. Το επιδίδουμε λοιπόν σε εσάς».
Ακούει τις φωνές του ραδιοφωνικού σταθμού η Μυρσίνη και η έξαψή της ολοένα και μεγαλώνει.
Εντυπωσιάστηκε η Μυρσίνη, όταν το έμαθε. Σαν οι αγρότες των Μεγάρων να αναγνωρίζουν στην κατάληψη του Πολυτεχνείου, στη Συντονιστική Επιτροπή, στους εξεγερμένους φοιτητές και φοιτήτριες έναν άλλο πόλο εξουσίας, κάτι σαν μιαν άλλη κυβέρνηση, που αυτή, σε αντίθεση με εκείνη των συνταγματαρχών, μπορεί να ακούσει τα αιτήματά τους και να τους βοηθήσει να τ’ ακούσει και όλη η Ελλάδα.
«Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο. Σας μιλά ο ραδιοφωνικός σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων. Εκπέμπουμε στους 1.050 χιλιόκυκλους. Μεταδίδουμε μήνυμα συμπαράστασης των εκπροσώπων του λαού των Μεγάρων, που έφτασαν στην Αθήνα για να παρεμποδίσουν την κατάληψη της γης τους, προς τους φοιτητές και τους εργαζόμενους που αγωνίζονται κλεισμένοι στο Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Ο αγώνας είναι κοινός. Δεν είναι μόνο για την πόλη των Μεγάρων ή το Πολυτεχνείο. Είναι για την Ελλάδα. Είναι για τον λαό της, που θέλει να καθορίζει τη ζωή του και να πορεύεται τον δρόμο της προκοπής. Βασική προϋπόθεση είναι η ανατροπή της δικτατορίας».
Ακούει τις φωνές του ραδιοφωνικού σταθμού η Μυρσίνη και η έξαψή της ολοένα και μεγαλώνει.
Της φαίνεται σαν ο ραδιοφωνικός σταθμός να είναι εκείνος ο φθόγγος σε ένα μουσικό ή χορωδιακό κομμάτι που ηχεί σταθερά σε όλη τη διάρκεια της μελωδικής γραμμής, που τη στηρίζει και την καθοδηγεί, που της προσδίδει ενότητα και μέσα από τη σταθερότητά του μια λανθάνουσα δύναμη, μια βεβαιότητα για την κατεύθυνση που έχει ακολουθήσει.
Η Μυρσίνη βλέπει, εκτός από τους αγρότες των Μεγάρων, να μπαίνουν στην κατάληψη διάφοροι εργαζόμενοι αλλά και πολλοί μαθητές.
Τους καταλαβαίνει γιατί μοιάζουν του Αχιλλέα: δερμάτινες σχολικές τσάντες κρατημένες στο χέρι ή παραμάσχαλα, τα κορίτσια με τις μπλε ποδιές και τις χρωματιστές κορδέλες στα μαλλιά, κυρίως όμως εκείνο το ύφος των δεκάξι, που τη μια στιγμή μοιάζει να σηκώνει στους βαριεστημένους ώμους του όλη τη δυσαρέσκεια της οικουμένης και την άλλη να φωτίζεται από ενθουσιασμό, έτοιμο να πετάξει με μια κίνηση από την πλάτη του το βάρος της.
Και σκέφτεσαι, Μυρσίνη, τον Αχιλλέα, που θα ’θελε να είναι εδώ με τ’ άλλα παιδιά.
Που σε ρώτησε αν θα μπορούσε να είναι εδώ κι εσύ έβαλες φρένο στην επιθυμία του.
Που του είπες ότι θα εξετάζατε τις δυνατότητες ανάλογα με τις εξελίξεις, ξεχνώντας ότι εσύ δε θα ήσουν στο σπίτι για να εξετάσεις και να συζητήσεις με τον Αχιλλέα απολύτως τίποτα, γιατί θα βρισκόσουν αλλού, μέσα στην κατάληψη του Μετσόβιου Πολυτεχνείου.
Που στην πραγματικότητα δεν μπορείς να ξεφύγεις από μια μόνιμη αίσθηση ότι ο Αχιλλέας είναι ο μικρότερος αδερφός σου και ότι ανάμεσα σ’ αυτά που κάνεις εσύ και σ’ αυτά που κάνει εκείνος υπάρχει μια διακριτή διαχωριστική γραμμή που δεν πρέπει να ξεπερνά.
⧻
«Εδώ Πολυτεχνείο. Εδώ Πολυτεχνείο. Ευχαριστούμε τους οικοδόμους για τη συμπαράστασή τους. Ευχαριστούμε τους μαθητές των τεχνικών σχολών για τη συμπαράσταση και την αποχή τους. Ευχαριστούμε τους μαθητές και τις μαθήτριες των γυμνασίων της Αθήνας, που εκδηλώνουν ενεργά τη συμπαράσταση και τη συμμετοχή τους στον Αγώνα».
Κι όσο οι δείκτες του ρολογιού τρέχουν προς το απόγευμα, έξω από τις πόρτες που οδηγούν στο προαύλιο του Πολυτεχνείου και τριγύρω από τα κάγκελα, στους δρόμους που το περιστοιχίζουν απ’ όλες τις πλευρές, ο κόσμος πυκνώνει. Κανένα τροχοφόρο δεν κυκλοφορεί πια.
Η Μυρσίνη σκέφτεται, αγναντεύοντας τη λαοθάλασσα που απλώνεται μπροστά στα μάτια της, ότι πρόκειται για χιλιάδες ανθρώπους.
Η Μυρσίνη σκέφτεται, αγναντεύοντας τη λαοθάλασσα που απλώνεται μπροστά στα μάτια της, ότι πρόκειται για χιλιάδες ανθρώπους.
Τα συνθήματα δονούν την ατμόσφαιρα, κάνουν τον αέρα που ανασαίνουν το πλήθος των ανθρώπων και τα παιδιά συμπαγή, κρουστό, ένα τείχος που στέκεται ανάμεσα σε αυτούς και στους παραταγμένους αστυνομικούς και τους ασφαλίτες που έχουν ζώσει την περιοχή, ένα τείχος που αυτή τη στιγμή νιώθεις, Μυρσίνη, ότι δε θα καταφέρουν με κανένα τρόπο να διαπεράσουν.
«Εδώ Πολυτεχνείο, εδώ Πολυτεχνείο. Σας μιλά ο ραδιοφωνικός σταθμός των ελεύθερων αγωνιζόμενων φοιτητών, των ελεύθερων αγωνιζόμενων Ελλήνων. Καταγγέλλουμε στον ελληνικό λαό τις αδίστακτες προσπάθειες των μέσων ενημερώσεως που ελέγχονται από την κυβέρνηση να παρουσιαστεί η λαϊκή κινητοποίηση σαν ανεύθυνη μεμονωμένη ενέργεια. Καλούμε τον ελληνικό λαό να σταθεί στο πλευρό μας. Ζήτω ο ελληνικός λαός».
Και δεν πιστεύεις αυτό που συμβαίνει. Η Αθήνα σάς άκουσε και σας απαντά. Αν δεν της είχατε απευθυνθεί, δε θα εξακριβώνατε ότι «η απόλυτη εξουσία που διαφθείρει απόλυτα» δεν έχει την αποδοχή της.
Η Αντωνία είχε δίκιο.
Λίγα λόγια για το βιβλίο
Η Μυρσίνη, φοιτήτρια της Αρχιτεκτονικής, και ο αδερφός της ο Αχιλλέας, που προετοιμάζεται για να δώσει τις εισαγωγικές εξετάσεις στο πανεπιστήμιο, ζουν ο καθένας με τον δικό του τρόπο την εξέγερση του Πολυτεχνείου, τον Νοέμβρη του 1973, στην Αθήνα. Τέσσερις μέρες, στις οποίες ο καθένας αναμετριέται με τον εαυτό του, τον φασισμό, τον έρωτα, τον θάνατο. Τέσσερις μέρες γεμάτες μεγάλες αποφάσεις, κρίσιμες πράξεις, συγκλονιστικά συναισθήματα. Τέσσερις μέρες, μέσα και έξω από το κατειλημμένο Μετσόβιο Πολυτεχνείο, όπου τα γκλομπ, τα δακρυγόνα, οι σφαίρες της δικτατορίας των συνταγματαρχών σφίγγουν τον κλοιό γύρω από τις φοιτήτριες και τους φοιτητές και δρομολογούν εξελίξεις. «Δεν ξέρω αν θα ρίξουμε τη χούντα. Θα ρίξουμε πάντως τη σιωπή».
Λίγα λόγια για τη συγγραφέα
Η Αλεξάνδρα Μητσιάλη μεγάλωσε στην Κέρκυρα και ζει στη Θεσσαλονίκη. Είναι απόφοιτος της Φιλοσοφικής Σχολής του ΑΠΘ και διδάκτορας Παιδαγωγικής. Εργάζεται στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση.
Γράφει βιβλία για παιδιά, μυθιστορήματα για νέους και ενήλικες, δημοσιεύει διηγήματα σε λογοτεχνικά περιοδικά, συμμετέχει σε συλλογικά έργα και κατά καιρούς αρθρογραφεί στον ηλεκτρονικό και έντυπο τύπο. Επίσης, διδάσκει Δημιουργική Γραφή και εμψυχώνει Λέσχες Ανάγνωσης.
Το 2014 τιμήθηκε με το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας για Νέους για το μυθιστόρημά της Θα σε σώσω ό,τι κι αν γίνει και το 2017 για το μυθιστόρημά της Ξυπόλυτοι ήρωες την ίδια χρονιά, απέσπασε το Βραβείο Νεανικού Μυθιστορήματος από το Ελληνικό Τμήμα της IBBY. Πολλά ακόμα βιβλία της ήταν υποψήφια για κρατικά βραβεία, για τα βραβεία των περιοδικών Διαβάζω και Αναγνώστης, καθώς και του Ελληνικού Τμήματος της ΙΒΒΥ. Το εικονογραφημένο βιβλίο για παιδιά Il piccolo musicista, που δημιούργησε μαζί με τον εικονογράφο Σβετλίν Βασίλεβ, κυκλοφορεί από τις ιταλικές εκδόσεις Kite Edizioni.
Δύο κείμενά της, «Άλκη Ζέη: το παιδικό βλέμμα στην Ιστορία και στην πολιτική», στον συλλογικό τόμο του Ιδρύματος Νίκος Πουλαντζάς 1821-2021: Μνήμες τεχνών-θραύσματα ιστορίας και «Άλκη Ζέη: οι κοινωνικές ανισότητες στο σχολείο και η παιδαγωγική της αντίστασης», στο ηλεκτρονικό περιοδικό «Κριτική εκπαίδευση», είναι αποτέλεσμα της μελέτης της πάνω στο έργο της Άλκης Ζέη.