
Για το μυθιστόρημα του Μαρκ Χάντον «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» (μτφρ. Άννα Παπασταύρου, εκδ. Ψυχογιός) και τη μεταφορά του σε θεατρική παράσταση στο «θέατρο Λαμπέτη» σε διασκευή/σκηνοθεσία Νικορέστη Χανιωτάκη. Κεντρική εικόνα από την παράσταση.
Γράφει η Ελευθερία Ράπτου
Η δυστοπική σκηνή: Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, σε πλατφόρμες αναπαραγωγής βίντεο και ζωντανής προβολής βρίσκεται η αρένα όπου οι αδύναμοι, οι διαφορετικοί, οι μη αρεστοί, οι «εκμεταλλεύσιμοι» και εν πολλοίς «αναλώσιμοι», ρίχνονται στα σύγχρονα «θηρία». Νέοι και νέες με ειδικές μαθησιακές ανάγκες αλλά και ικανότητες, όπως ο αυτισμός γίνονται αντικείμενο διαδικτυακής χλεύης επί πληρωμή, τροφή για τα μάτια εκείνων που θρασύδειλα κρύβονται από την πραγματική ζωή, τις προκλήσεις, την προσπάθεια για την κατάκτηση στόχων που περιέχουν έστω και κάποιο βαθμό ανθρωπιάς και αλληλεπίδρασης με τον άλλον.
Η άλλη ματιά: Αλλά ας κοιτάξουμε αλλιώς την πραγματικότητα, μέσα από το θέατρο και τη λογοτεχνία, μέσα από ένα βιβλίο και τις θεατρικές του διασκευές που δεν έχουν πάψει, όχι μόνο να συγκινούν, αλλά και να δείχνουν τη διαφορετικότητα μέσα από μια άλλη οπτική. Αυτή της αξίας του κάθε ανθρώπου και της προσπάθειας για το καλύτερο.
«Ποιος σκότωσε το σκύλο τα μεσάνυχτα» - Το βιβλίο
Το μυθιστόρημα του Μαρκ Χάντον, Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα (μτφρ. Άννα Παπασταύρου, εκδ. Ψυχογιός), κυκλοφόρησε το 2003 και γρήγορα έγινε ένα από τα μπεστ σέλερ του 21ου αιώνα. Προορισμένο για ενήλικες, άγγιξε την καρδιά του νεανικού και εφηβικού κοινού, ενώ η θεατρική διασκευή-προσαρμογή του από τον Σάιμον Στήβενς έχει γνωρίσει αλλεπάλληλες επιτυχίες. Ο Μαρκ Χάντον, γράφει το ημερολόγιο του αυτιστικού εφήβου Κρίστοφερ Μπουν που ζει στο Σουίντον της νοτιοδυτικής Αγγλίας, σαν αστυνομικό μυθιστόρημα, με τη μορφή σύντομων «ημερολογιακών» κεφαλαίων, με κοφτό, ρυθμικό στυλ, με εσωτερική συνοχή και ακρίβεια στο μήνυμα, παραδίδοντας μαθήματα ρεαλιστικής, σύγχρονης και ευθύβολης γραφής.
Ο Κρίστοφερ, με αφορμή το φόνο του σκύλου της γειτόνισσας κυρίας Σίαρς και την εμμονή του να λύσει το μυστήριο,(...) ξεδιπλώνει τη ζωή του, την καθημερινότητα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ως αυτιστικός έφηβος, προικισμένος με θαυμαστές μαθηματικές δυνατότητες, αλλά και πολλές «ιδιορρυθμίες».
Σε ένα πλαίσιο καθημερινότητας, τα μαθηματικά, οι γνώσεις φυσικής, αστρονομίας, αστροφυσικής συμπεριλαμβάνονται στη ροή του μυθιστορήματος, καθώς ο Κρίστοφερ, απευθυνόμενος πάντα σε πρώτο πρόσωπο προς τον αναγνώστη και θεατή, αναπτύσσει τις σύνθετες και συνάμα ταξινομητικές σκέψεις του, στεγνά, χωρίς τις υπερβολές του μεταφορικού λόγου και την καλλιέπεια των παρομοιώσεων. Παραδόξως όμως μέσα από το φίλτρο της αναγκαστικής κυριολεξίας που υπαγορεύεται από τις οργανικές επιταγές-ιδιαιτερότητες του πρωταγωνιστή, ο Χάντον παραδίδει μαθήματα για τη λειτουργία της μεταφοράς στον λόγο, για τη λειτουργία και τη χρησιμότητα του χιούμορ και του αποκλίνοντα λόγου, για το πώς να εκφράζεις τις αλήθειες με το πλέον αδιαμεσολάβητο τρόπο, αλλά και να αναλαμβάνεις την ευθύνη γι' αυτό που λες.
Ο Κρίστοφερ, με αφορμή το φόνο του σκύλου της γειτόνισσας κυρίας Σίαρς και την εμμονή του να λύσει το μυστήριο, σαν τον Σέρλοκ Χολμς, τον λογοτεχνικό ήρωα που θαυμάζει, ξεδιπλώνει τη ζωή του, την καθημερινότητα και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει ως αυτιστικός έφηβος, προικισμένος με θαυμαστές μαθηματικές δυνατότητες, αλλά και πολλές «ιδιορρυθμίες». Οι σχέσεις με τους γονείς, το σχολικό περιβάλλον, η κοινωνία, η τόλμη να αντιμετωπίσει το άγνωστο που τον φοβίζει, το θάρρος του και η επιμονή του να κάνει στους ανθρώπους δύσκολες ερωτήσεις, ορίζουν έναν γοητευτικό χαρακτήρα με ειδικές ικανότητες και ανάγκες, με ιδιαίτερο μυαλό και δυνατά αισθήματα που έχουν μόνο ένα δρόμο για να εκφραστούν, αυτόν της στεγνής λογικής.
Η τάξη που επιδιώκει ο Κρίστοφερ στη ζωή του, η αποφυγή εκπλήξεων, η άρνηση σωματικής επαφής, η αίσθηση ότι κάθε ξένος παραβιάζει τον κόσμο του, η αυστηρή χάραξη ορίων μέσα και έξω από το μυαλό του, είναι ο μοναδικός τρόπος για να λειτουργήσει. Οι εμμονές και η δυσερμήνευτη συμπεριφορά του, από τους «φυσιολογικούς» που τον περιβάλλουν, αποτελούν βασικούς άξονες στην εξέλιξη της υπόθεσης.
Οι συναισθηματικές σχέσεις, οι σχέσεις των ενηλίκων, τα προβλήματα των γονέων με παιδιά ειδικών ικανοτήτων και αναγκών, οι στρεβλώσεις του παιδαγωγικού συστήματος, η λειτουργία ενός τυπικού σχολείου ειδικής αγωγής στην Αγγλία, ο αγώνας των δασκάλων που αγαπούν τη δουλειά τους και νοιάζονται για τους μαθητές τους, παρουσιάζονται χωρίς γλυκερά στολίδια στις σελίδες του βιβλίου. Συνοδεύονται από εύστοχες μαθηματικές παρατηρήσεις, λογικές ακολουθίες, και διαξιφιστικές περιγραφές των χαρακτήρων που αλληλοδρούν με τον Κρίστοφερ. Εξάλλου ο έφηβος στο ημερολόγιό του σημειώνει λεπτές παρατηρήσεις για τους γύρω του, σημειώσεις που αποτελούν ένα καλό μάθημα παρατήρησης και εξαγωγής λογικών συμπερασμάτων, ενώ παραδόξως δίνουν διέξοδο στο χιούμορ και την κριτική διάθεση.
Ο Χάντον παρουσιάζει επίσης πτυχές του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος, ζητήματα που μπορούν να μας προβληματίσουν σχετικά με την ειδική αγωγή, τη διάρθρωση και λειτουργία των ειδικών σχολείων, την κοινωνική ένταξη των παιδιών με ειδικές ανάγκες και ικανότητες (...)
Ο Χάντον έχει μελετήσει εις βάθος το χαρακτήρα του Κρίστοφερ, πώς είναι να είσαι λειτουργικός στο φάσμα του αυτισμού, με ιδιαίτερες ικανότητες, πώς λειτουργούν τα πράγματα στο μυαλό, την άκαμπτη τάξη που χρειάζεται η σκέψη για να υπάρξει και να αναπτυχθεί, τις ρουτίνες που είναι απαραίτητες, τις δυνατότητες και τα όρια. Εξάλλου ο συγγραφέας έχει εργαστεί για έξι χρόνια με ανθρώπους ειδικών σωματικών και πνευματικών ικανοτήτων. Αυτό μάλιστα εκβάλλει στη γραφή του, καθώς έχει έναν δουλεμένο εμπειρισμό, γνωρίζει καταστάσεις και πράγματα, που επιτρέπουν στο μυθιστόρημα του αγγλικού νεο-ρεαλισμού να αποφεύγονται άκυρες συμβάσεις και κλισέ ρομαντικά σχήματα.
Οι χαρακτήρες που ακολουθούν τον Κρίστοφερ στην πορεία ανακάλυψης του δολοφόνου του σκύλου, όπως η δασκάλα του στο σχολείο, που είναι κάτι σαν φύλακας-άγγελος, ο υποστηρικτικός πατέρας του, η κουτσομπόλα γειτόνισσα, η μπερδεμένη αλλά τολμηρή στο τέλος μητέρα του, οι αστυνομικοί, οι άνθρωποι που συναντά στο δρόμο για το Λονδίνο, η κυρία Σίαρς που δεν τον συμπαθεί, όλοι συγκροτούν ένα ψηφιδωτό προσώπων και δράσεων, ένα matrix εντός του οποίου βαδίζει ο Κρίστοφερ με βάση λογικές ακολουθίες.
![]() |
Ο Μαρκ Χάντον (Mark Haddon) γεννήθηκε το 1962 και μεγάλωσε στο Νορθάμπτον. Σπούδασε αγγλική φιλολογία στην Οξφόρδη και στη συνέχεια εργάστηκε για έξι χρόνια με ανθρώπους με ειδικές σωματικές και πνευματικές ικανότητες. Δίδαξε δημιουργική γραφή και έγραψε αρκετά εικονογραφημένα βιβλία για μικρά παιδιά. Το όνειρό του, όμως, ήταν να γράψει ένα μυθιστόρημα για ενηλίκους. Έγραψε το «Ποιος σκότωσε το σκύλο τα μεσάνυχτα», ένα μυθιστόρημα για όλες τις ηλικίες, το οποίο έχει πουλήσει εκατομμύρια αντίτυπα παγκοσμίως και έχει τιμηθεί με σημαντικά βραβεία. Απέσπασε δύο βραβεία Whitbread καθώς και τα First Booktrust Teenage Prize, Guardian Children's Fiction Prize, W H Smith Children's Book of the Year, Waterstone's Literary Fiction Award, Commonwealth Writers Prize Best First Book, ενώ ήταν υποψήφιο για το Booker 2003. Τέλος, η Warner Bros έχει αναλάβει την κινηματογραφική διασκευή του. Το μυθιστόρημά του «Στην κόψη του ψαλιδιού», ήταν υποψήφιο για το Βραβείο Costa Novel 2006 (πρώην Whitbread). Σήμερα ο Μαρκ Χάντον ζει στην Οξφόρδη με τη γυναίκα του, το γιο τους και τη γάτα τους. |
Ο Χάντον παρουσιάζει επίσης πτυχές του εκπαιδευτικού περιβάλλοντος, ζητήματα που μπορούν να μας προβληματίσουν σχετικά με την ειδική αγωγή, τη διάρθρωση και λειτουργία των ειδικών σχολείων, την κοινωνική ένταξη των παιδιών με ειδικές ανάγκες και ικανότητες, αλλά και την αποτελεσματική υποστήριξη του γονεϊκού περιβάλλοντος, τους τρόπους που θα μπορούσαν να ενισχυθούν οι θετικές συμπεριφορές στον κοινωνικό περίγυρο. Διεγείρει τον προβληματισμό για τις ανοχές της κοινωνίας, τις ελλείψεις στην εκπαίδευση, τις αποτυχημένες μεθόδους συμπερίληψης, αλλά και για τα όρια των ανθρώπων. Μάλιστα σε όσους έχουμε εργαστεί σε περιβάλλοντα με παιδιά που ακολουθούν πρόγραμμα ειδικής αγωγής, ή βρίσκονται σε μια τάξη με 25 παιδιά διαφορετικών ταχυτήτων και απαιτήσεων, ενισχύει την πεποίθηση για την ανάγκη αλλαγής του εκπαιδευτικού υποδείγματος τόσο στα συμβατικά όσο και στα αμιγώς ειδικά σχολεία.
Ο έφηβος πρωταγωνιστής θα αντιμετωπίσει πέρα από τις καθημερινές δοκιμασίες και την δοκιμασία του διαγωνίσματος στα προχωρημένα μαθηματικά, πετυχαίνοντας όχι μόνο την καλή βαθμολογία αλλά και την αυτοπεποίθηση να συνεχίσει. Αν μπορεί να τα καταφέρει όλα ή όχι, είναι τελικά ένα ερώτημα ανοιχτό για όλους.
Ακολουθώντας το διαρκές ερώτημα, ο Χάντον στο παράρτημα του βιβλίου παραθέτει την άσκηση και τη λύση του διαγωνίσματος του Κρίστοφερ, ενώ ακολουθεί (στην ελληνική έκδοση) το επίμετρο της Μαρία και Έλλης Παξινού, οι οποίες επιχειρούν μια μετα-ανάγνωση σημείων της ιστορίας.
Η μετάφραση της Άννας Παπασταύρου μοιάζει σαν να διαβάζει κανείς το πρωτότυπο. Καταφέρνει να αποδώσει το αίσθημα πίσω από την λογική, το υποφώσκον χιούμορ, τη «θερμοκρασία» της γραφής του Χάντον.
«Ποιος σκότωσε το σκύλο τα μεσάνυχτα» - Η θεατρική παράσταση
Στη θεατρική μεταγραφή του βιβλίου, ο Στήβενς καταφέρνει όχι μόνο να αναδείξει τα κρίσιμα σημεία της ιστορίας, αλλά και να εντείνει τη θεατρικότητα του κειμένου, να κωδικοποιήσει θεατρικά την ουσία του έργου και να παραδώσει προς παράσταση ένα δραματικό κείμενο που επιτρέπει ποικίλες παραστασιακές οπτικές.
Το «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» ανέβηκε πριν από λίγα χρόνια στην Αθήνα, σε σκηνοθεσία Βαγγέλη Θεοδωρόπουλου, με τον Γιάννη Νιάρρο στον ρόλο του Κρίστοφερ. Το έργο γνώρισε μεγάλη επιτυχία, με τον Νιάρρο να δίνει τη δική του, υποδειγματική ερμηνεία. Είχε προηγηθεί η παράσταση της θεατρικής μεταγραφής του βιβλίου στο θέατρο Αγγέλων Βήμα (2013) και στο θέατρο Θησείον (2014) σε σκηνοθεσία: Τάκη Τζαμαργιά, με τον Μάνο Καρατζογιάννη στο ρόλο του Κρίστοφερ.
Φέτος στο Θέατρο Λαμπέτη, η θεατρική εκδοχή του «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» ανεβαίνει σε σκηνοθεσία και νέα διασκευή στα ελληνικά του Νικορέστη Χανιωτάκη, με τον Στέφανο Παπατρέχα στον ρόλο του Κρίστοφερ.
Ο Παπατρέχας έχει δουλέψει λεπτομερώς τις πτυχές του αυτιστικού Κρίστοφερ και ο Χανιωτάκης αφήνει τον απαραίτητο σκηνοθετικό χώρο για την ανάπτυξη του βασικού χαρακτήρα.
Ο Στέφανος Παπατρέχας, ως Κρίστοφερ, όχι μόνο βυθίζεται στον ρόλο του αυτιστικού εφήβου αλλά καταφέρνει να παρουσιάσει ένα πρόσωπο στιβαρό, με σκηνικό βάθος και ειδικό βάρος. Η εκφορά του λόγου, οι αλλαγές στην έκφραση, η επίμονη ακολουθία κινήσεων, οι παύσεις και οι επιταχύνσεις στην επιτέλεση του ρόλου είναι υποδειγματικές και καθηλώνουν το θεατή. Ο Παπατρέχας έχει δουλέψει λεπτομερώς τις πτυχές του αυτιστικού Κρίστοφερ και ο Χανιωτάκης αφήνει τον απαραίτητο σκηνοθετικό χώρο για την ανάπτυξη του βασικού χαρακτήρα. Η ομάδα των ηθοποιών που αναλαμβάνουν τους επιμέρους ρόλους είναι δεμένη και ο καθένας και η καθεμιά στέκονται με αυτοπεποίθηση στη σκηνή, βγάζοντας προς τα έξω την ουσία κάθε χαρακτήρα χωρίς περιττά υποκριτικά σχόλια.
Ο Χανιωτάκης διαχειρίζεται το ρηχό χώρο της σκηνής που αναλογεί στην παράσταση γραμμικά και καθ’ ύψος. Χρησιμοποιεί την τεχνική παγωμένων εικόνων, άλλοτε την επιτάχυνση ή την επιβράδυνση στην κίνηση (κίνηση: Φαίδρα Νταϊόγλου), για την εναλλαγή των επεισοδίων και την αλλαγή των τόπων και του χρόνου. Επεισόδια όπως η σκηνή με το ΑΤΜ, οι σκηνές στο σταθμό των τρένων, στιγμιότυπα από τη ζωή στο Λονδίνο είναι χαρακτηριστικές, ως προς το συγχρονισμό και τη διαλεκτική κινήσεων και εκφοράς του λόγου. Οι φωτισμοί συνηγορούν στις σκηνικές εναλλαγές, σχολιάζουν τις συναισθηματικές μεταπτώσεις και χωροχρονικές αλλαγές πάνω στο λευκό φόντο της σκηνής.
Η ένταξη φιλμικής οπτικής, με τη χρήση προβολών ως οργανικό μέρος στην παράσταση θα ήταν ενδεχομένως ευπρόσδεκτες, καθώς θα βοηθούσαν στην «ανάγνωση» ορισμένων γεγονότων (για παράδειγμα η σκηνή των διακοπών) αλλά και στην παρουσίαση των μαθηματικών προβλημάτων που είναι μέρος της παράστασης και κάπου χάνονται μεταξύ σκηνής και πλατείας. Η επιλογή του λευκού χρώματος στο σκηνικό (σκηνικά: Αρετή Μουστάκα) δίνει ευελιξία, πλην όμως η χρήση των ευμεγεθών πλαστικών κύβων περιβεβλημένων με μεταλλικό πλέγμα ως σκηνικοί δείκτες, μάλλον δυσκόλευε παρά διευκόλυνε την κίνηση των ηθοποιών, χωρίς να προσθέτει κάτι ειδικό στη σημειολογία.
(...) μετά το τέλος, παραμένουν όλοι στη σκηνή και ανοίγουν διάλογο με το κοινό, καταφέρνουν η συζήτηση να γίνει μέρος της παράστασης,
Η παράσταση, πέρα από την καθαρότητα ως προς τα ζητούμενα που θέτει, την κρυστάλλινη ερμηνεία του Παπατρέχα, και την συγκίνηση που μεταφέρει στο κοινό, έχει στα θετικά της σημεία και το ομαδικό πνεύμα με το οποίο προσεγγίζουν οι ηθοποιοί το έργο τους. Όταν μάλιστα, μετά το τέλος, παραμένουν όλοι στη σκηνή και ανοίγουν διάλογο με το κοινό, καταφέρνουν η συζήτηση να γίνει μέρος της παράστασης, αλλά και μετα-παράσταση καθώς θεατές και ηθοποιοί συμμετέχουν στον αναστοχασμό και στην μετα-σκηνοθεσία του θεατρικού γεγονότος, αυτή τη φορά με την άμεση παρέμβαση των θεατών.
Το «Ποιος σκότωσε τον σκύλο τα μεσάνυχτα» είναι από τις φετινές παραστάσεις που με αξιώσεις απευθύνονται όχι μόνο στους εφήβους αλλά σε όλους όσοι αγαπούν το καλό, σύγχρονο θέατρο.
Είναι μια παράσταση για την αξία του ατόμου και την αυτοεκτίμηση που δεν έρχεται εξ ουρανού, αλλά κερδίζεται από προσωπικούς αγώνες και επιμονή, ακόμα και όταν όλες οι πιθανότητες δείχνουν το αντίθετο.
*Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΡΑΠΤΟΥ είναι θεατρολόγος-εκπαιδευτικός και κριτικός θεάτρου.
Συντελεστές
Διασκευή - Σκηνοθεσία: Νικορέστης Χανιωτάκης
Σκηνικά: Αρετή Μουστάκα
Κοστούμια: Έλλη Εμπεδοκλή
Μουσική: Γιάννης Μαθές
Κίνηση: Φαίδρα Νταϊόγλου
Βοηθός σκηνοθέτη: Πηνελόπη Σκαλκώτου
Διεύθυνση Παραγωγής: Αναστασία Γεωργοπούλου
Οργάνωση Προώθησης/Ομαδικές κρατήσεις: Εύη Κουρεμένου
Παραγωγή: Γεράσιμος Σκαφίδας
Παίζουν: Μαρία Δελετζέ, Θωμάς Θάνος, Μάχη Μακρίδου, Μάριος Μαριόλος, Φάνης Μιλλεούνης, Στέφανος Παπατρέχας, Πηνελόπη Σκαλκώτου, Νίκη Σκιαδαρέση.
Θέατρο Λαμπέτη
Λεωφόρος Αλεξάνδρας 106, Αθήνα 114720