Ο εκπαιδευτικός και συγγραφέας Μάριος Μάζαρης μιλά με αφορμή το βιβλίο δραστηριοτήτων «Καλώς ήρθες στον κόσμο που μπορείς: 50+2 δραστηριότητες για την ψυχική ενδυνάμωση του παιδιού» (εκδ. Μεταίχμιο). «Τα παιδιά νιώθουν αόρατα στο σχολείο» λέει και εξηγεί πώς μπορούν να μετατραπούν από απλοί δέκτες σε πομποί.
Συνέντευξη στην Ευλαλία Πάνου
Ο Μάριος Μάζαρης, δάσκαλος στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση, έγινε ευρύτατα γνωστός μέσα από το προφίλ του ως @schoolmarius στο Instagram, όπου μοιράζεται στιγμές από την καθημερινότητά του στο σχολείο και προτείνει δραστηριότητες για την ενδυνάμωση των παιδιών.
Με το πρόσφατο βιβλίο του Καλώς ήρθες στον κόσμο που μπορείς: 50+2 δραστηριότητες για την ψυχική ενδυνάμωση του παιδιού (εκδ. Μεταίχμιο) προτείνει ιδέες σε γονείς και εκπαιδευτικούς για το πώς να συνδυάσουν το παιχνίδι με το μάθημα. Γίνεται; Φυσικά και γίνεται! είναι η εμφατική απάντησή του.
Όπως έχετε πει, η μητέρα σας πάντοτε σας υπενθύμιζε ότι «δεν υπάρχει “δεν μπορώ”, υπάρχει “δεν θέλω”». Το πιστεύετε ακόμη αυτό; Ή έχει αλλάξει κάτι στις μέρες μας;
Το πιστεύω. Η μητέρα μου το υποστήριζε έχοντας η ίδια αφήσει πολλά όνειρά της στην άκρη, επομένως η φράση της αυτή δεν έβγαινε αυθόρμητα, αλλά ύστερα από τη συνειδητοποίηση ότι αυτά που δεν μπόρεσε, δεν τα ήθελε πολύ τελικά. Στις μικρές ηλικίες είναι πιο δύσκολο να καταλάβεις αν αυτά που θέλεις είναι πραγματικές σου ανάγκες ή ανάγκες φίλων, μόδας, της οικογένειας κι αυτό θολώνει το τι μπορείς τελικά. Σίγουρα χρειάζεται να μαθαίνουμε στα παιδιά να πιστεύουν στον εαυτό τους. Αυτό από μόνο του δεν εξουδετερώνει τον ρεαλισμό, αλλά μπορεί να του δώσει ένα κίνητρο να τον δούμε αλλιώς. Είναι μαγικό το τι μπορεί να καταφέρει ένα παιδί όταν πιστέψουμε σε αυτό και το βοηθήσουμε να το δει και το ίδιο.
Όταν κάτι είναι αυστηρό, διδακτικό και σοβαροφανές, σε κρατάει σε απόσταση, σε κάνει να σκέφτεσαι αν σε μαλώνουν, σου κάνουν παρατήρηση ή σου τρίζουν τα δόντια. Με το παιχνίδι το παρακάμπτεις αυτό.
Έχει τελικά το παιχνίδι θέση στην ψυχική ενδυνάμωση των παιδιών; Πώς εντάσσεται στις δραστηριότητες χωρίς να υπερκαλύπτει τον βασικό σκοπό τους;
Πάντα έχει. Κυρίως για να προσελκύσει τα παιδιά, να τα χαλαρώσει και να τα φέρει κοντά. Όταν κάτι είναι αυστηρό, διδακτικό και σοβαροφανές, σε κρατάει σε απόσταση, σε κάνει να σκέφτεσαι αν σε μαλώνουν, σου κάνουν παρατήρηση ή σου τρίζουν τα δόντια. Με το παιχνίδι το παρακάμπτεις αυτό. Γιατί χτίζεις το όποιο μήνυμα σιγά σιγά, αφήνεις τα παιδιά να το αποκρυπτογραφήσουν ή το αποκαλύπτεις εσύ σιγά σιγά κατά τη διάρκεια του παιχνιδιού, δίνεις κομμάτι κομμάτι την πληροφορία, την αφήνεις να επικοινωνήσει με την αδρεναλίνη, τις κουβέντες των παιδιών, τη χαρά τους. Στο τέλος μαθαίνουμε ότι η επικοινωνία των ανθρώπων με τους γύρω ή με τον ίδιο τους τον εαυτό δεν είναι μια τιμωρητική διαδικασία, αλλά απελευθερωτική και φωτεινή.
Στις περισσότερες περιπτώσεις εκφοβισμού το θύμα ή το υποκείμενο υπό εξέταση είναι συνήθως μόνο του, μια μονάδα απέναντι σε ομάδες.
Όλο και συχνότερα ακούμε ιστορίες εκφοβισμού (bullying) μεταξύ παιδιών, κυρίως στο σχολικό περιβάλλον. Στο κεφάλαιο του βιβλίου για τη Μοναδικότητα, υπάρχει μια δραστηριότητα με τίτλο «Μη σε νοιάζει τι φοράω». Πώς δέχονται τα παιδιά στο σχολείο αυτή τη δραστηριότητα;
Τα παιδιά συμμετέχουν με ενθουσιασμό, με περιέργεια και με ανυπομονησία. Τα παιδιά της αυλής που θα τους δουν με περισσότερη περιέργεια. Υπάρχει όμως μια βασική διαφορά. Στις περισσότερες περιπτώσεις εκφοβισμού το θύμα ή το υποκείμενο υπό εξέταση είναι συνήθως μόνο του, μια μονάδα απέναντι σε ομάδες. Εδώ έχουμε ομάδες παιδιών που, παραδείγματος χάρη, ντύνονται διαφορετικά και κατεβαίνουν στην αυλή. Η ομάδα δεν βοηθάει τους υποψήφιους «εκφοβιστές» να προχωρήσουν σε εκφοβισμό. Έχουμε από τη φύση μας την τάση ό,τι βλέπουμε γύρω μας να υπάρχει σε πλειοψηφία να το θεωρούμε φυσιολογικό ή αναμενόμενο κι αυτό είναι καλό πολλές φορές. Η ψυχική ενδυνάμωση έρχεται να αποδείξει ότι η μοναδικότητά σου δεν είναι μόνη της στον κόσμο,είναι ανάμεσα σε άλλες δισεκατομμύρια μοναδικότητες, άρα αυτό είναι και το βασικό της πλεονέκτημα. Διεκδικούμε τα ίδια προνόμια, της επιλογής στο πώς είμαστε και νιώθουμε και ντυνόμαστε και τόσα ακόμα. Τα παιδιά της αυλής θα ρωτήσουν π.χ. «γιατί ντύθηκες έτσι;», αλλά θα δουν μια ομάδα ολόκληρη ντυμένη διαφορετικά να απαντάει «γιατί έτσι νιώθουμε καλύτερα» κι αυτή η απάντηση δεν σηκώνει συνέχεια. Η ομάδα υποστηρίζει όλα της τα μέλη κι αυτό βοηθά κάθε μέλος να ενδυναμωθεί.
Τα παιδιά είναι όντως από τη φύση τους επικριτικά και σκληρά ή αυτό καλλιεργείται από το περιβάλλον τους όσο μεγαλώνουν;
Είναι μια άποψη που δεν συμμερίζομαι καθόλου, κυρίως γιατί έχουμε τη συνήθεια να ερμηνεύουμε τις αντιδράσεις των παιδιών και τις σκέψεις τους έχοντας στο μυαλό μας τις δικές μας σκέψεις και εμπειρίες, αυτές των ενηλίκων. Τις περισσότερες φορές, ένα παιδί που θα κάνει ένα σχόλιο για την εμφάνιση ενός συνομηλίκου του δεν το κάνει από καθαρή κακία ή με στόχο να πληγώσει ένα παιδί, το κάνει γιατί στο περιβάλλον του δεν του έδωσαν ερεθίσματα να μάθει ότι υπάρχει κι αυτό γύρω μας, υπάρχουν και παιδιά που φορούν γυαλιά, που έχουν πολλά κιλά, που είναι άλλης θρησκείας, κι αυτό δεν είναι κακό, ούτε λάθος. Αν μεγαλώνουμε παιδιά λέγοντας «υπάρχουν παιδιά που πιστεύουν σε άλλες θρησκείες, αλλά μόνο ο χριστιανισμός είναι η σωστή κι οι άλλες είναι λάθος», στην ουσία δίνουμε στο παιδί το μήνυμα ότι την κατάλληλη στιγμή δικαιολογείται να προσβάλει την πίστη κάποιου άλλου. Είναι άλλο το «όλα είναι σεβαστά και δεν χρειάζεται να αποδείξουμε ποιο είναι το καλύτερο» και άλλο το «όλα σεβαστά, αλλά το δικό μου είναι το σωστό». Επομένως, πιστεύω ότι ο χαρακτήρας του παιδιού διαμορφώνεται μέσα από τις δικές μας στρεβλώσεις, αδυναμίες, ασέβειες και απερισκεψίες, όπως κι από δικές μας συμβουλές, στάσεις ζωής, παραδείγματα και κινήσεις.
Ο χαρακτήρας του παιδιού διαμορφώνεται μέσα από τις δικές μας στρεβλώσεις, αδυναμίες, ασέβειες και απερισκεψίες, όπως κι από δικές μας συμβουλές, στάσεις ζωής, παραδείγματα και κινήσεις.
Ποια είναι η αγαπημένη δραστηριότητα των μαθητών σας από τις 50+2 που περιλαμβάνονται στο βιβλίο; Και αντίθετα: έχει τύχει να συναντήσετε δυσκολίες με κάποια από αυτές; Πώς το αντιμετωπίσατε;
Η αγαπημένη θα έλεγα ότι είναι οι «Δωρεάν Αγκαλιές». Κυρίως γιατί περιλαμβάνει την εγγύτητα, την αγκαλιά που ανταλλάσσουν καθημερινά, τη συναίνεση που προηγείται και τη διαδικασία που μαθαίνουμε ότι είναι απαραίτητη, το συναίσθημα που εκφράζουμε αβίαστα μέσα στη μέρα χωρίς να χρειάζεται να μας το επιτρέψουν οι άλλοι ή όχι – είναι και δική μου αγαπημένη δραστηριότητα. Όπως και άλλες που μπήκαν και πόσες ακόμα που θα μπουν σε επόμενο βιβλίο.
Δυσκολίες από τα παιδιά δεν έχω συναντήσει, δυσκολίες από μένα ναι, σε δράσεις που δεν είχα επεξεργαστεί αρκετά, άρα όταν τις δοκίμασα διαπίστωσα ότι δεν βοηθούν να πετύχουμε έναν στόχο συγκεκριμένο. Αλλά κι αυτό με κινητοποιεί, γιατί τις παίρνω σπίτι, τις επεξεργάζομαι και τις επιστρέφω στην τάξη έπειτα από καιρό. Συνήθως, τότε λειτουργούν. Είναι σημαντική η ανατροφοδότηση που παίρνουμε από τα παιδιά. Όχι «τα έκανα όλα τέλεια, τα παιδιά δεν συμμετείχαν γιατί κάτι τρέχει με τα παιδιά». Οφείλουμε εμείς οι ενήλικες να τροποποιούμε τις συνθήκες, τους κώδικες, τις περιστάσεις μέχρι να καταφέρουμε το μήνυμά μας να φτάσει στα παιδιά. Δεν φταίει σχεδόν ποτέ ένα παιδί που δεν κατάλαβε, αλλά εμείς που δεν βρήκαμε τη σωστή μέθοδο να του μεταδώσουμε το μήνυμα, τη γνώση, την πληροφορία, γιατί κάθε παιδί θέλει τον δικό του τρόπο και τον δικό του ρυθμό κι αυτό είναι που μας ξεχωρίζει και μας διαμορφώνει μέχρι την ενήλικη ζωή μας: το γεγονός ότι δεν μαθαίνουμε, δεν σκεφτόμαστε, δεν ερωτευόμαστε, δεν αντιδράμε, δεν θυμώνουμε με τον ίδιο τρόπο.
«Είσαι καλά; Πώς νιώθεις σήμερα; Τι θα ήθελες εσύ να μοιραστείς; Τι θα σου άρεσε να κάνουμε;»
Τι θα θέλατε να σας είχαν πει στο σχολείο όταν ήσασταν παιδί;
Ότι με προσέχουν. Οι ώρες τρέχουν, οι μέρες τρέχουν, οι μεγάλοι έχουμε ανάγκη να πούμε πολλά, να διδάξουμε πολλά, που ξεχνάμε να ρωτήσουμε τα παιδιά «Είσαι καλά; Πώς νιώθεις σήμερα; Τι θα ήθελες εσύ να μοιραστείς; Τι θα σου άρεσε να κάνουμε;». Τα παιδιά νιώθουν αόρατα στο σχολείο σε μεγάλο ποσοστό, γιατί ακολουθούν ένα πρόγραμμα που το έφτιαξαν μεγάλοι για παιδιά, περιλαμβάνει μαθήματα που οι μεγάλοι θεωρούν ενδιαφέροντα ή χρήσιμα, με τρόπους που οι μεγάλοι θεωρούν ότι θα είναι κατάλληλοι. Δεν υπάρχει το παιδί στη διαδικασία, είναι ένας δέκτης κι αυτός διακοσμητικός. Θέλω να πιστεύω ότι κάποιος παρατηρεί λίγο παραπάνω αυτούς τους δέκτες και έχει την έγνοια τους. Τους προσέχει. Και θέλει να τους μεταμορφώνει πότε πότε –αν όχι πάντα– σε πομπούς.
* Η ΕΥΛΑΛΙΑ ΠΑΝΟΥ είναι δημοσιογράφος.