
Ο εικονογράφος, δημιουργός κόμικς και συγγραφέας Πέτρος Χριστούλιας μιλά για τα πρώτα βήματά του στα μικρά φεστιβάλ της Θεσσαλονίκης, την έρευνα που κάνει όταν δημιουργεί έργα που εκτυλίσσονται σε άλλες εποχές, ενώ αποκαλύπτει ότι θα ανέθετε σε άλλον εικονογράφο ένα δικό του βιβλίο.
Συνέντευξη στον Σόλωνα Παπαγεωργίου
Ο Πέτρος Χριστούλιας ζωγραφίζει από τότε που θυμάται τον εαυτό του. Οι πρώτες αυτοεκδόσεις των κόμικ που έφτιαχνε κυκλοφόρησαν στη Θεσσαλονίκη όταν ήταν φοιτητής. Η ματιά του και η τεχνοτροπία που υιοθετεί, ακόμα κι όταν σχεδιάζει εικονοβιβλία, διαμορφώνεται από το βλέμμα του κομίστα. Όταν αναλαμβάνει να πλαισιώσει τα κείμενα άλλων με τα σκίτσα του, διαβάζει τις λέξεις με προσοχή και σεβασμό, γνωρίζοντας καλά πως τα παιδιά μπορούν να εντοπίσουν ακόμα και το παραμικρό λάθος.
Ζει και εργάζεται στη Χαλκίδα και οι επισκέψεις του στην Αθήνα είναι σπάνιες. Τον συναντήσαμε διαδικτυακά στο εργαστήριό του την ώρα που έκανε διάλειμμα, για να μας υποδεχθεί και να μας μιλήσει για τη ζωή και την τέχνη του, το ξεκίνημά του ως κομίστας στη Θεσσαλονίκη των φοιτητικών του χρόνων, τις τεχνικές των κόμικ που τον ακολουθούν σε όλες τις δουλειές του, την Τεχνητή Νοημοσύνη και το πώς μπορεί να βγάλει από τους εικονογράφους ορισμένα χρονοβόρα κομμάτια δουλειάς, ενώ μας λέει ότι θα μπορούσε να αναθέσει ένα βιβλίο που έχει γράψει σε κάποιον εικονογράφο που εκτιμά.
Σπουδάσατε στη Σχολή Καλών Τεχνών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου, στη Θεσσαλονίκη. Σε ποιο βαθμό σάς «προετοίμασαν» οι σπουδές σας για το αντικείμενό σας;
Σπούδασα ζωγραφική. Παρόλο που ως μέσο έκφρασης είναι αρκετά κοντινό, υπάρχουν κι αρκετές διαφορές με την εικονογράφηση και τη δημιουργία κόμικς, με την αφήγηση μέσω της εικόνας.Βέβαια, πήρα πολλά εφόδια από τη Σχολή Καλών Τεχνών. Οι σπουδές, έτσι κι αλλιώς, πραγματοποιούνται σε μια φάση της ζωής στην οποία λαμβάνεις γενική καλλιέργεια. Απέκτησα αισθητική παιδεία και το κατάλληλο λεξιλόγιο για να μπορώ να σκεφτώ γύρω από την εικόνα, πέρα απ’ το καθαρά τεχνικό κομμάτι και την άσκηση πάνω στη σύνθεση, στο χρώμα.
Δεν υπήρχε κάποιο μάθημα πάνω στα κόμικς;
Όχι. Όμως στη Θεσσαλονίκη εκείνα τα χρόνια είχα συναντήσει μια ομάδα ανθρώπων που είχαν πολλή όρεξη και μαζί στήσαμε μια έκθεση κόμικς. Οι περισσότεροι προέρχονταν από άλλες σχολές, οδοντίατροι όπως ο Τάσος Ζαφειριάδης, φαρμακοποιοί όπως ο Σταύρος Κιουτσούκης. Από τη Σχολή Καλών Τεχνών ήμουν εγώ, άντε και κανένας ακόμα κάθε τόσο. Αυτή η δραστηριότητα ήταν το καλύτερο σχολείο.
Θυμάστε το πρώτο σας κόμικ;
Ανέκαθεν έφτιαχνα κόμικς. Σχεδίαζα και διάβαζα από μικρή ηλικία. Άλλωστε, είμαι παιδί της δεκαετίας του ’80 κι εκείνη την εποχή τα κόμικς μεσουρανούσαν ως μέσο διασκέδασης, με άλλον τρόπο απ’ ό,τι σήμερα. Υπήρχε πολύ σοβαρή εναλλακτική σκηνή, η Βαβέλ, το Παρά πέντε. Διψούσαμε για κόμικς. Διάβαζα πολύ, οπότε εντελώς φυσικά κάποια στιγμή άρχισα να κάνω τις δικές μου απόπειρες.Τα χρόνια της Θεσσαλονίκης, έφτιαξα διάφορες μικρές ιστορίες στο πλαίσιο της έκθεσης και των αυτοεκδόσεων. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω μόνο μία.
Ποια είναι η αγαπημένη σας τεχνική εικονογράφησης; Πώς θα χαρακτηρίζατε το στυλ σας;
Επειδή προέρχομαι από τον χώρο των κόμικς, η γραμμή είναι για εμένα ένα πολύ σημαντικό στοιχείο. Το στυλ μου είναι linear, στηρίζεται στο περίγραμμα, άρα και σε εργαλεία που έχουν να κάνουν με τη γραμμή, δηλαδή το πινέλο, το μελάνι, τη σινική μελάνη, τις πένες, τα μαρκαδοράκια. Ύστερα, το χρώμα υποβοηθά στη δημιουργία της ατμόσφαιρας.
Φυσικά, όταν καλούμαι να δημιουργήσω ένα εικονοβιβλίο, όπως το λένε στα ελληνικά, ή picture book, όπως το λένε στα αγγλικά, γίνομαι κάπως πιο «ζωγραφικός», αφήνω τον εαυτό μου να σκεφτεί πιο δυσδιάστατα, το στυλ γίνεται πιο ναΐφ και παίζω περισσότερο με το χρώμα.
Άρα ο Χριστούλιας του εικονοβιβλίου διαφέρει από τον Χριστούλια των κόμικς.
Και όχι μόνο. Κατά καιρούς, έχω υπηρετήσει δραστηριότητες και έργα που με έχουν οδηγήσει σε διαφορετικά μονοπάτια. Έχω κάνει εικονογραφήσεις για λογοτεχνία για ενήλικες και γι’ αυτά τα βιβλία η δουλειά μου είναι, πώς να το πω, λιγότερο ποπ. Πειραματίστηκα με πιο εξπρεσιονιστικό σχέδιο.
Πόση ελευθερία έχετε κατά την εικονογράφηση; Πού τελειώνουν τα όρια του συγγραφέα και πού ξεκινούν αυτά του εικονογράφου;
Πρέπει να σεβαστείς το κείμενο που παίρνεις στα χέρια σου, που έχει δικό του ύφος και «σκοπό». Να μην γίνεις πολύ φλύαρος. Διαβάζω καλά το κείμενο, δεν κάνω του κεφαλιού μου. Προσπαθώ να μην μου ξεφύγει καμία λεπτομέρεια. Τα παιδιά, όταν διαβάζουν ένα κείμενο και βλέπουν την εικόνα, γίνονται πολύ αυστηρά. Μπορούν να εντοπίσουν κατευθείαν κάτι που έχει ξεφύγει από έναν εικονογράφο εξαιτίας της ταχύτητας με την οποία δουλεύει. Έχει συμβεί στο παρελθόν να με ρωτήσουν: «Γιατί αυτός εκεί δεν φοράει τούτο;» Τη λεπτομέρεια που ο ίδιος ο συγγραφέας, ή ο επιμελητής, προσπέρασε, αυτή τη λεπτομέρεια θα τη δει το παιδί.
Η Τεχνητή Νοημοσύνη με αγχώνει ως έναν βαθμό, καθώς οι άνθρωποι έχουμε όρια που δεν μας επιτρέπουν να ανταγωνιστούμε τους επεξεργαστές ενός υπερυπολογιστή. Από κει και πέρα, η ανάγκη για έκφραση δεν θα σταματήσει να υπάρχει.
Σας τρομάζει η άνοδος της Τεχνητής Νοημοσύνης; Πιστεύετε ότι υπάρχει πιθανότητα να αντικατασταθείτε από το AI;
Στην εποχή μας γίνονται τρομαχτικές αλλαγές πολύ γρήγορα, οπότε δεν έχει νόημα να κάνεις προβλέψεις για το μέλλον, να βλέπεις πολύ μπροστά. Η Τεχνητή Νοημοσύνη με αγχώνει ως έναν βαθμό, καθώς οι άνθρωποι έχουμε όρια που δεν μας επιτρέπουν να ανταγωνιστούμε τους επεξεργαστές ενός υπερυπολογιστή. Από κει και πέρα, η ανάγκη για έκφραση δεν θα σταματήσει να υπάρχει. Είναι βιολογικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου να εκφράζεται μέσω της Τέχνης. Το τι θα καταναλώνει ως Τέχνη είναι ένα άλλο θέμα, βέβαια. Δεν είμαι από αυτούς που τρομοκρατούνται. Προσπαθώ να σκέφτομαι το παρόν. Θα ήθελα η Τεχνητή Νοημοσύνη να μπορούσε να πάρει από πάνω μου κάποια τεχνικά κομμάτια, τα λιγότερο δημιουργικά. Τα κομμάτια που είναι απλώς χρονοβόρα, μέρος της χειρονακτικής εργασίας. Άλλωστε, ήδη χρησιμοποιούμε υπολογιστές για να κάνουμε τη ζωή μας ευκολότερη.
Ορισμένα από τα έργα σας είναι ιστορικά βιβλία για παιδιά και νέους ή graphic novels. Ένα πρόσφατο παράδειγμα είναι Τα μυστικά της Αθήνας (εκδ. Πατάκη), το οποίο υπογράφει ο συγγραφέας Σάκης Σερέφας. Ποιες προκλήσεις αντιμετωπίζει ένας εικονογράφος όταν αναπαριστά μία άλλη εποχή;
Έχει χρειαστεί ν’ αναλάβω τον ρόλο και του εικονογράφου και του συγγραφέα σε τέτοια εγχειρήματα. Απαιτείται πολύ σοβαρή τεκμηρίωση. Όταν έφτασε η ώρα να δημιουργήσω τη βιογραφία του Γεωργίου Παπανικολάου σε κόμικς, που διαδραματίζεται στα τέλη του 19ου αιώνα, ή το έργο για τη Μυκηναϊκή Περίοδο που έφτιαξα προσφάτως, χρειάστηκε να αποκτήσω αναφορές και στο πεδίο της εικόνας. Όταν ήμουν μικρός ήθελα να γίνει αρχαιολόγος, οπότε κατά κάποιον τρόπο εκτονώνω το παιδικό μου όνειρο έτσι.
Θεωρείτε πως είναι ευκολότερο να απεικονίσει κανείς την αρχαία Ελλάδα, που έχει αποτυπωθεί εκτενέστερα στη μαζική κουλτούρα και όχι μόνο, ή την περίοδο του Παπανικολάου, που είναι πιο κοντινή σ’ εμάς;
Όταν δημιουργείς ένα ιστορικό έργο, ένα κομμάτι πάντα αφορά στη σκηνογραφία. Εννοώ πως πρέπει να συμπληρώσεις κάποια σημεία χρησιμοποιώντας τη δική σου φαντασία, ή το στυλ σου. Όσο πιο πίσω στον χρόνο πηγαίνεις, παίρνεις ευκολότερα αυτή τη δημιουργική άδεια.
Αναφερθήκατε στον Δρ. Παπ (εκδ. Παπαδόπουλος), graphic novel το οποίο δημιουργήσατε ως συγγραφέας κι εικονογράφος. Πώς κινηθήκατε όταν εργαζόσασταν πάνω σ’ αυτό;
Ήξερα πως ο Παπανικολάου είχε ενδιαφέρουσα ζωή από κάποια ντοκιμαντέρ που είχα παρακολουθήσει. Οπότε μόλις μου έγινε η πρόταση, δήλωσα κατευθείαν πως μ’ ενδιαφέρει πολύ η δουλειά. Ύστερα, ξεκίνησα να διαβάζω. Αγόρασα ένα βιβλίο για τη ζωή του, γραμμένο από την ανιψιά του, τη Μαρία Κόκκορη, που είχε κυκλοφορήσει τη δεκαετία του ’80. Υπήρχε ένα τελευταίο αντίτυπο στην Πολιτεία. Ήταν τρομερή πηγή, πολύ αναλυτικό.
![]() |
Καρέ από το γκράφικ νόβελ του Πέτρου Χριστούλια, Δρ. Παπ |
Βρήκα ακόμα μία βιογραφία, που είχε γραφτεί από Αμερικανό συγγραφέα και την απέκτησα από τη Ρωσία, με τη βοήθεια της Βιβλιοθήκης της Χαλκίδας. Έπειτα, στράφηκα σε διάφορες πηγές, σε περιοδικά της εποχής, για να βρω λεπτομέρειες. Από ένα σημείο κι έπειτα, ψάχνεις τις λεπτομέρειες. Μου πήρε έξι μήνες. Είναι ένα βιβλίο ογδόντα σελίδων, όχι πολύ μεγάλο για έργο του συγκεκριμένου είδους. Έκανα την έρευνα πολύ οργανωμένα, έχοντας πάρει φόρα κι από άλλα, μεγαλύτερης φόρμας, κόμικς που είχα κάνει τα τελευταία χρόνια, όπως την Τριλογία του Νυχτερίδα ή το Ψηφιδωτό. Η παραγωγή κύλησε πολύ ομαλά.
(...) θα μπορούσα πολύ εύκολα να αναθέσω ένα βιβλίο μου σε κάποιον εικονογράφο που εκτιμώ πολύ. Έχω στο μυαλό μου μερικούς, δεν ξέρω όμως αν οι εκδότες θα προτιμούσαν αυτή την ιδέα.
Πέρα από το Δρ. Παπ, πρόσφατα κυκλοφόρησε Η μαγεμένη (εκδ. Ίκαρος), της οποίας το κείμενο, αλλά και το σχέδιο, αναλάβατε αποκλειστικά εσείς. Είναι εύκολο να συνδυάζετε τη δουλειά του συγγραφέα μ’ αυτή του εικονογράφου; Θα αναθέτατε στο μέλλον την εικονογράφηση ενός βιβλίου σας σε κάποιον συνάδερφό σας;
Για να απαντήσω στο πρώτο σκέλος, θα πω πως είναι δυο ξεχωριστές δουλειές. Βέβαια, καθώς έγραφα το βιβλίο, σκεφτόμουν κάπως ως εικονογράφος κι ίσως λίγο σαν κινηματογραφιστής. Αν διαβάσει κανείς τα βιβλία μου, θα δει πως υπάρχουν πολλές περιγραφές, σκηνές ξεκάθαρες κι ένας ρυθμός στη δράση που ίσως θυμίζει κάπως τον κινηματογραφικό ρυθμό. Ίσως αυτή η ιδιότητα να μου έχει μείνει από τα κόμικς.
Από κει και έπειτα, είναι δυο διακριτές ασχολίες. Όταν γράφω ένα βιβλίο, παλεύω με τις λέξεις, τους διαλόγους και τις φωνές των ηρώων. Όταν τελειώνω τη συγγραφή, έχω ήδη φανταστεί κάποιες σκηνές, αλλά είναι σαν να μου αναθέτει κάποιος άλλος τη δουλειά. Αρχίζω ξανά με την αγωνία να βρω τους χαρακτήρες μου, την τεκμηρίωση, τις εικόνες και τις λεπτομέρειες. Γι’ αυτό τον λόγο, θα μπορούσα πολύ εύκολα να αναθέσω ένα βιβλίο μου σε κάποιον εικονογράφο που εκτιμώ πολύ. Έχω στο μυαλό μου μερικούς, δεν ξέρω όμως αν οι εκδότες θα προτιμούσαν αυτή την ιδέα.
*Ο ΣΟΛΩΝ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.