Για το εικονογραφημένο βιβλίο του Σων Ταν [Shaun Tan] «Το κόκκινο δέντρο» (μτφρ. Νίκος Χατζόπουλος), που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Φουρφούρι.
Γράφει η Σίσσυ Τσιφλίδου
Το Κόκκινο δέντρο, ένα σουρεαλιστικό έργο τέχνης του γνωστού συγγραφέα και εικονογράφου Σων Ταν που κυκλοφόρησε μεταφρασμένο στην αρχή του έτους από τον εκδοτικό οίκο Φουρφούρι-Οξύ, μπορεί επάξια να θεωρηθεί αντιπροσωπευτικός εκπρόσωπος των κατά Ρολάν Μπαρτ συγγραφικών κειμένων (writerly texts).
Ταυτόχρονα, ο μεταφορικός του λόγος λειτουργεί σαν μια ισχυρή αλληγορία σε ένα βιβλίο επιτομή των challenging picture books for all ages ή πιο απλά με οικείους όρους στα καθ΄ημάς, ένα crossover εικονογραφημένο βιβλίο, μιας νεότερης κατηγορίας που εμφανίζεται δυναμικά την τελευταία εικοσαετία και έχει εσφαλμένα περιοριστεί στη χώρα μας στα βιβλία που ανήκουν στον μεταιχμιακό χώρο των εφήβων που ενηλικιώνονται.
Θέματα ταμπού: Θάνατος και σεξουαλικότητα
Τα έργα αυτά διακρίνονται από χαρακτηριστικά που παγίωσαν στο πέρασμα των χρόνων, ήδη από την εμφάνισή τους με την υποστήριξη και καθοδήγηση των πρωτοπόρων εκδοτών Francois Ruy-Vidal και Harlin Quist στη δεκαετία του ΄70, δίνοντάς μας πρωτότυπα δείγματα μιας αρχικά αμερικανικής και αργότερα συνακόλουθης ευρωπαϊκής καινοτομίας με υψηλής αισθητικής βιβλία. Είναι άξιο λόγου ότι η ενασχόλησή τους με θέματα ταμπού της εποχής, όπως ο θάνατος και η σεξουαλικότητα, θεωρήθηκε προκλητική και επέφερε αντιδράσεις. Σήμερα οι πρώτοι τίτλοι, εκπρόσωποι του είδους που έχουν ολοκληρώσει τον εκδοτικό τους κύκλο, κοσμούν τις βιβλιοθήκες συλλεκτών που εκτιμούν την αξία τους.
[...] τα εκπληκτικά αυτά εικονοβιβλία επαναδιατυπώνουν την πρόκληση-πρόσκληση του συγγραφέα στον ίδιο τον αναγνώστη να γίνει ενεργός συμπαραγωγός στην κατασκευή του νοήματος.
Τα πολυσημικά αυτά έργα με τον πληθυντικό τους χαρακτήρα (οπτικό και κειμενικό σημειωτικό σύστημα) αποσταθεροποιούν τις προσδοκίες του αναγνώστη και αντιστέκονται στη σταθερή σημασία, καθώς θέτουν διαρκώς το νόημά τους υπό διαπραγμάτευση. Έχοντας διανύσει μια απόσταση από την πρώτη κατά Barthes ερμηνεία της λειτουργίας των writerly texts, στο σύγχρονο παρόν τα εκπληκτικά αυτά εικονοβιβλία επαναδιατυπώνουν την πρόκληση-πρόσκληση του συγγραφέα στον ίδιο τον αναγνώστη να γίνει ενεργός συμπαραγωγός στην κατασκευή του νοήματος.
Η πρόσκληση αυτή, που κυρίως αφορά στην πλήρωση των κενών του κειμένου, εγείρει τις ενστάσεις του ενήλικα o οποίος αμφισβητεί τις ικανότητες ανταπόκρισης των μικρών αναγνωστών και διατυπώνεται στο ερώτημα: είναι αυτά βιβλία για παιδιά; Η πρωτότυπη συνύπαρξη γραφής και εικόνας τούς αποδίδει συγκεκριμένα ενδοκειμενικά χαρακτηριστικά που δυσκολεύουν στην ηλικιακή απεύθυνση σε τέτοιο πολλές φορές ανοίκειο βαθμό για τον ενήλικα που στέκεται αμήχανος στο να αποφασίσει αν πρόκειται να τα επιλέξει ως αναγνώσματα για μικρά παιδιά.
Την απάντηση μάς δίνει ο ένας από τους προαναφερθέντες δύο πρωτοπόρους εκδότες, ο François Ruy-Vidal:
«There is no art for children, there is Art. There are no graphics for children, there are graphics. There are no colours for children, there are colours. There is no literature for children, there is literature. Based on these four principles, we can say that a children's book is a good book when it is a good book for everyone».
Με τη σιγουριά που μας δίνουν οι μελέτες και το ερευνητικό έργο σε τάξεις παιδιών που διάβασαν τέτοιες ομάδες βιβλίων θα απαντούσαμε επιπρόσθετα πως καθόλου δεν θα έπρεπε να αμφισβητούμε την ανταπόκριση των μικρών παιδιών τα οποία είναι περισσότερο από κάθε άλλη γενιά εξοικειωμένα στις οπτικές αφηγήσεις και έχουν αναπτύξει οπτικές δεξιότητες και ικανότητες δημιουργίας νοήματος μέσα από την εστίαση σε συγκεκριμένα οπτικά στοιχεία των αναγνωσμάτων τους.
Το Κόκκινο δέντρο βρίθει από οπτικά και λεκτικά κενά που καλούν τον αναγνώστη να τα συμπληρώσει εγγράφοντας μέσα σε αυτά τον εαυτό του [...]
Πόσοι για παράδειγμα από τους ενήλικες θα παρατηρούσαν ότι στο κοριτσάκι που πρωταγωνιστεί στο Κόκκινο δέντρο το στόμα δεν εμφανίζεται παρά στο άνοιγμα της ιστορίας δηλώνοντας με τα σκόρπια γράμματα τόσο την αδυναμία του να εκφραστεί με λέξεις όσο και την εν δυνάμει κατάσταση να το πράξει αλλά και στο κλείσιμο της ιστορίας, εκεί στο τελευταίο σαλόνι, όταν ανοίγει την πόρτα του πάντα παγωμένου δωματίου όπου η χαραμάδα φωτός φωτίζει ένα μικρό κόκκινο δέντρο στη μέση του πατώματος;
Το Κόκκινο δέντρο βρίθει από οπτικά και λεκτικά κενά που καλούν τον αναγνώστη να τα συμπληρώσει εγγράφοντας μέσα σε αυτά τον εαυτό του, στοχεύουν στη συναισθηματική και γνωστική διέγερση, στον αναστοχασμό, στην πυροδότηση της φαντασίας να αντιστοιχίσει εικόνες μιας οικείας πραγματικότητας που προβάλλεται στο χαρτί και η οποία ντύνεται το προσωπικό βίωμα που δεν είναι άλλο από τις αδιέξοδες μέρες. Έναν χρονότοπο στον οποίο βυθίζεται ανάλογα με το φορτίο του βιώματος: υπάρχουν οι μέρες, οι μήνες, τα χρόνια… οι υποβλητικές εικόνες του μινιμάλ κειμένου αποτυπώνουν στο Κόκκινο δέντρο και μεταδίδουν στον αναγνώστη τη δύναμη της κατάθλιψης.
Ο Σων Ταν είναι συγγραφέας, εικονογράφος και παραγωγός ταινιών. Κατάγεται από την Αυστραλία και είναι κάτοχος, μεταξύ άλλων, βραβείων Hugo, World Fantasy Award, του σουηδικού Astrid Lindgren Memorial και του βρετανικού μεταλλίου Kate Greenaway, αλλά και Oscar, για την κινηματογραφική μεταφορά του εικονογραφημένου βιβλίου του The Lost Thing. Το έργο του Shaun Tan έχει περιγραφεί ως «δημώδες για την Αυστραλία, την ίδια στιγμή καθημερινό, μα και αφύσικο, συνηθισμένο, μα και παράξενο, τοπικό, όσο και οικουμενικό, καθησυχαστικό, αλλά και τρομακτικό, οικείο και απόμακρο, λούμπεν, όσο και χαριτωμένο. Καμία ρητορική, καμία πίεση για οποιοδήποτε αποτέλεσμα, πέρα από την αληθινή του ταυτότητα.» |
Πέρα από τον διηλικιακό χαρακτήρα της εικονογράφησης το κείμενο με τη συμβολιστική του δύναμη εγγράφει μια τοιχογραφία περιπτώσεων και περιστάσεων με ένα καταπληκτικό εύρος από τη στενοχώρια μέχρι και το αδιέξοδο μιας δύσκολα διαχειρίσιμης κατάστασης που μπορεί να είναι η απώλεια, το πένθος. Η γραφή του μας περικλείει άλλοτε στις μουντές ημέρες που προκαλούν οι μικρές καθημερινές διαχειρίσιμες λύπες άλλοτε στις σκοτεινές εκείνες της πιο βαθιάς ακινησίας. Κι αν ο Charlie Mackesy στο βιβλίο του Το αγόρι, ο τυφλοπόντικας, η αλεπού και το άλογο μάς παρακινεί «όταν έρχονται τα μαύρα σύννεφα… εσύ να προχωράς», ο Σων Ταν μάς βυθίζει μέσα στη λύπη ως τη μόνη δυνατότητα να βγεις από αυτήν.
Και είναι ακριβώς η εμμονή του Σων Ταν στις λεπτομέρειες που επιτρέπει τις πολλαπλές προβολές και την επιμέρους ανάπτυξη των εικόνων-έργων τέχνης με λεπτούς συμβολισμούς και μεταφορές. Ο ίδιος ο συγγραφέας άλλωστε έχει δηλώσει ότι «η κεντρική ιδέα του βιβλίου βασίζεται στην παρόρμηση των παιδιών, αλλά και των ενηλίκων να περιγράψουν τα συναισθήματά τους χρησιμοποιώντας μεταφορές: Τέρατα, καταιγίδες, φωτεινοί ήλιοι, ουράνια τόξα κ.λπ.»
Κάποια στιγμή αντιλήφθηκα την επανάληψη του μικρού κόκκινου φύλλου στις εικόνες, και άρχισα να το αναζητώ και στις άλλες σελίδες συνειδητοποιώντας ότι το μικρό κόκκινο φύλλο βρισκόταν από την αρχή πάντα εκεί όπως γράφει στο τέλος ο συγγραφέας που μόνο τότε κατάλαβα τι ακριβώς εννοούσε:
άλλη μια μέρα
φαίνεται να τελειώνει
όπως άρχισε
ΞΑΦΝΟΥ καταλαβαίνεις
πως ήταν εκεί
πριν από σένα
φωτεινό όμορφο λαμπερό ήσυχο
και περιμένει
να το ΔΕΙΣ
Όταν έκλεισα και την τελευταία σελίδα, επιστρέφοντας από κεκτημένη συνήθεια στο εξώφυλλο προκειμένου να αναστοχαστώ πάνω στην ιστορία, τη ματιά μου αιχμαλώτισε και πάλι το μικρό κόκκινο φύλλο. Συνειδητοποίησα, επίσης, ότι αυτή η τακτική του συγγραφέα να «κρύβει» το μικροσκοπικό φύλλο και να μας παρακινεί λεκτικά να το ανακαλύψουμε είναι που μας ωθεί στην επανάγνωση των εικόνων.
Είναι αισιόδοξο βιβλίο; Σίγουρα διαθέτει ποιητικότητα και δεν υστερεί σε ρεαλισμό, αποπνέει ενσυναίσθηση, συγκινεί η δύναμη της αναπαράστασης άλλωστε ο Σων Ταν έχει δώσει δείγματα γραφής ήδη από το Arrival που μας εντυπωσίασε με την εικονογραφική παρουσίαση της νέας δυστοπίας που διατρέχεται από διακειμενικές μνήμες της Νέας Υόρκης του ΄20 και κατοικείται από πλάσματα άλλοτε φανταστικά άλλοτε υπερμεγέθη που συμβιώνουν με τους νέους επισκέπτες. Ναι, είναι και το περιβάλλον του Κόκκινου δέντρου δυστοπικό με αισιόδοξο τέλος χωρίς να χαρίζεται στις εσωτερικές περιπέτειες της ηρωίδας του.
Στο κείμενο ο χρόνος έχει έναν κυκλικό χαρακτήρα και μια ακολουθητική παρουσία στην καταθλιπτική καταστάση.
Ο τρόπος που αναπαρίσταται ο χρόνος θυμίζει τα ρευστά ρολόγια του Νταλί που υποτάσσουν τον χρόνο στις εμμονές της μνήμης. Στο κείμενο ο χρόνος έχει έναν κυκλικό χαρακτήρα και μια ακολουθητική παρουσία στην καταθλιπτική καταστάση: σε βυθίζει, σε αναδύει σε επιστρέφει και σε επαναφέρει μεγαλώνοντας ή μικραίνοντας τις διαστάσεις των πραγμάτων ώστε άλλοτε να φαίνονται γιγάντια άλλοτε μικροσκοπικά άλλοτε μη ευκρινή μέσα σε μια γαλάζια αδιαφανή θάλασσα που καλύπτει κάθετι γύρω σου.
Ο κόσμος χωρίζεται σε δύο μέρη: τον έξω κόσμο που κυλά χωρίς να σε περιλαμβάνει, είσαι ανύπαρκτος για αυτόν και δεν υπάρχει για εσένα. Και τον δικό σου τον εσωτερικό στον οποίο βυθίζεσαι και που χρωματίζεται από μια παλέτα συναισθημάτων που εκτείνεται από την προσδοκία και την ελπίδα ως την απάθεια και την εγκατάλειψη. Διακρίνεται επίσης από τον εσωτερικό και τον εξωτερικό χώρο όπου νοητός και σκηνικός χώρος συναντώνται. Όπου από το στενό περιβάλλον των άχρωμων τεσσάρων τοίχων μεταβαίνεις στο πολύβουο κέντρο με τους δικούς σου δαίμονες να ακολουθούν ή να σε προλαβαίνουν καθώς πας να στρίψεις τη γωνία παίρνοντας τη μορφή τεράστιων ψαριών που είτε απειλούν να σε καταβροχθίσουν εξαφανίζοντας την ύπαρξή σου είτε σε εκπροσωπούν εικονογραφικά.
Ποιος άνθρωπος με ελάχιστες ευαισθησίες δεν έχει ζήσει τέτοιες μέρες; Μέρες αδέσποτες που «σημαδεύουνε το μέλλον, πετυχαίνουν το παρόν» σαν αυτές που σκιαγραφεί η ποιητική ματιά του Χρήστου Θηβαίου ή ο Παρασκευάς Καρασούλος στον «εαυτό του παιδί», γιατί κάπως έτσι και η μικρή ηρωίδα παίρνει τον εαυτό της από το χέρι, τον περνά «από της μνήμης τα σπίτια» και «από θάλασσες άδειες». Κι αν η ηρωίδα είναι ένα μικρό κορίτσι, όπως τρυφερό και παιδικό παραμένει το πιο ευάλωτο κομμάτι μας που θέλουμε να διαφυλάξουμε, έτσι και σε αυτό το εκπληκτικό βιβλίο το παιδί θα αναγνωρίσει τον εαυτό του στην πορεία της συναισθηματικής και βιολογικής του ωρίμασης, ενώ ο ενήλικας θα ανασυστήσει τον κρυμμένο παιδικό του εαυτό.
Τα διηλικιακά εικονογραφημένα βιβλία αυτού του είδους επιδέχονται πολλαπλές αναγνώσεις και απευθύνονται σε αναγνώστες κάθε ηλικίας. Αποτελούν ένα είδος που παίζει ουσιαστικό ρόλο στο φαινόμενο crossover. Τα καινοτόμα αυτά έργα σε πολλές χώρες σε όλον τον κόσμο αμφισβητούν και διαλύουν την ευρέως διαδεδομένη υπόθεση ότι τα εικονογραφημένα βιβλία είναι μόνο για παιδιά. Το σπουδαίο σε αυτά είναι ότι επικοινωνούν με μοναδικό τρόπο, με όπλο κυρίως την εικόνα που έχει τη δύναμη της παραβολής, την ανθρώπινη εμπειρία στο μικρό παιδί. Είναι λογοτεχνία υψηλής αισθητικής που καλό είναι να μην περιέρχεται σε ατέρμονες αναλύσεις καθώς, όπως τα έργα τέχνης, αναπτύσσει έναν πολύ προσωπικό διάλογο με τον αποδέκτη της, μια συνομιλία με εσωτερικές διεργασίες των οποίων το αποτέλεσμα υπερβαίνει το μερικό σύνολο των λεκτικών διατυπώσεων.
* Η ΣΙΣΣΥ ΤΣΙΦΛΙΔΟΥ είναι εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση και διδάκτωρ ΠΤΔΕ του Πανεπιστημίου Αθηνών.