Για το μθιστόρημα της Χρύσας Σπυροπούλου «Αναζητώντας το χρυσόμαλλο δέρας» που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Του Γιώργου Βέη
Οι συγγραφείς μας, οι οποίοι ξεχωρίζουν για την επίδοσή τους και στη συγγραφή βιβλίων για παιδιά και εφήβους, δεν χρειάζεται να ζηλέψουν τους αλλοδαπούς συναδέλφους των, οι οποίοι τους ανταγωνίζονται, μεταφρασμένοι πότε καλά πότε πρόχειρα στους πάγκους και στις βιτρίνες των βιβλιοπωλείων.
Διακρίνω ανάμεσα τους την κειμενικά έμπειρη, πολύγλωσση φιλόλογο και κριτικό της ελληνικής και ξένης λογοτεχνίας Χρύσα Σπυροπούλου. Η εγνωσμένη της επάρκεια αποτελεί το ικανότερο εφόδιο της γραφής της, η οποία διαθέτει, μεταξύ άλλων, το πλεονέκτημα της ανανέωσής της από το ένα μυθιστόρημα στο άλλο. Ο Άρης, η Λίζα και ο σκύλος τους, η Ήρα, μας είναι γνωστοί από τα δύο προηγούμενα βιβλία της, Το μυστικό της λίμνης και Το μυστήριο της Αίγινας, αντιστοίχως. Τώρα, στο τρίτο έργο της ανιχνευτικής αυτής σειράς, τους συνοδεύουν και οι γονείς του κοριτσιού. Επισκέπτονται την απώτερη κοιτίδα της οικογένειας της μητέρας της Λίζας, αλλά και της ίδιας της συγγραφέως, τα αρχαία Κοτύωρα, ή Ορντού, όπως ονομάζονται σήμερα. Βρίσκεται στους πρόποδες του βουνού Μπόζτεπε, το οποίο είναι σκεπασμένο με φουντουκιές, στα παράλια του Εύξεινου Πόντου. Ή, κατ' άλλους και για διάφορους ψυχοσωματικούς λόγους, Μαύρης Θάλασσας.
Πρόκειται για δείκτες ενός κόσμου, ο οποίος μετέχει εξ ίσου στο όνειρο, στη νοσταλγία του αρχέγονου Τόπου, αλλά και στην αδήριτη, πειθαναγκαστική μάλλον πραγματικότητα.
Η εξοικείωση της Χρύσας Σπυροπούλου με την Ορντού, την οποία για ευνόητους λόγους επισκέπτεται συχνά, την τροφοδοτεί ασφαλώς με ιδέες, αφορμές και πλείστα αίτια και αιτιατά των συναρπαστικών διηγητικών της αποτυπώσεων. Ο νεαρός Καντιρτζάν και η παρέα του, ο Ζαφέρ, ο υπαστυνόμος Σινασί και οι άλλοι χαρακτήρες, οι οποίοι εμφανίζονται και δρουν διαδοχικά στις σελίδες του βιβλίου, ο Ι.Ν. της Υπαπαντής του Χριστού στην ελληνική συνοικία της Όρντου, η άλλως Πέραν Μαχαλά και Τάσμπασι, τα «μυστικά» σημεία του Όρους Μπόζτεπε, η Κλειστή Αγορά, όπου συναντούν την κυρία Αλτούνα, η οποία κατέχει και χρησιμοποιεί την ποντιακή διάλεκτο, το Ακρωτήρι του Ιάσονα, βεβαίως η Κερασούντα και το μουσείο της, το νησί των Αμαζόνων: πρόκειται για δείκτες ενός κόσμου, ο οποίος μετέχει εξ ίσου στο όνειρο, στη νοσταλγία του αρχέγονου Τόπου, αλλά και στην αδήριτη, πειθαναγκαστική μάλλον πραγματικότητα, η οποία δεν παύει να σιδερώνει τις αλήθειες της και ταΐζει ψεύδη σωρηδόν. Η απώλεια μάλιστα της εικόνας του Αγίου Νικολάου από την ομώνυμη Εκκλησία στο Ακρωτήρι του Ιάσονα θα σημάνει την έναρξη μιας διαδικασίας ανεύρεσης και αποκατάστασης των πραγμάτων. Βεβαίως, η ενεργοποίηση των αυτόκλητων νεαρών ντετέκτιβ ανάγεται στην ειδικότερη τάση του ανθρώπου να θέλει να επουλώσει ατομικά ή και συλλογικά τραύματα, να ανακτήσει, εν ολίγοις, στην πληρότητά της, ει δυνατόν, την πρότερη δίκαιη, κατ΄ αυτόν, τάξη του Κόσμου.
Συγκρατώ εδώ ότι, η εξαφάνιση της ιερής Εικόνας, η οποία στη συγκεκριμένη περίπτωση απαντά στους αντίποδες των αυταπατών και των ψευδαισθήσεων του όντος, ανακαλεί ενδομύχως, ως όρος και πράξη, μεταξύ άλλων τινών, και τα πάθη των λεγομένων χαμένων πατρίδων. Ίσως να υπονοείται εδώ και κάτι περισσότερο: το βαθύτερο δηλαδή αίτημα της αποκατάστασης της φθοράς τού (εξιδανικευμένου, αλλά ζείδωρου) Αγαθού. Κοντολογίς, οι νεαροί, διαβάζοντας το Αναζητώντας το χρυσόμαλλο δέρας, μυούνται εμμέσως πλην σαφώς στη σημειολογία της Κολχίδος και των πολλών, διαχρονικών συμφραζομένων της. Αυτό ισχυρίζομαι ότι συνιστά το πρώτο κέρδος από την όλη αναγνωστική εμπειρία τους.
Αναζητώντας το χρυσόμαλλο δέρας
Χρύσα Σπυροπούλου
Εκδόσεις Καστανιώτη 2013
Σελ. 127, τιμή € 8,52
ΤΑ ΒΙΒΛΙΑ ΤΗΣ ΧΡΥΣΑΣ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ