
Η Γιώτα Κοκκόση μιλά για την πορεία της, από την Αρχιτεκτονική Σχολή στη γραφιστική κι ύστερα στον χώρο του παιδικού βιβλίου, για την ποικιλομορφία που επιδιώκει να αναδεικνύει αλλά και για τις πληροφορίες που άντλησε για την εποχή του Γεώργιου Βιζυηνού, όταν κλήθηκε να εικονογραφήσει τη διασκευή ενός διηγήματός του.
Συνέντευξη στον Σόλωνα Παπαγεωργίου
Η Γιώτα Κοκκόση ξεκίνησε να σπουδάζει στην Αρχιτεκτονική, αλλά γρήγορα κατάλαβε πως δεν της ταίριαζε. Άλλαξε κατεύθυνση, πήγε στη Σχολή Βακαλό, έγινε γραφίστρια και μετά από χρόνια, μπαίνοντας σε πειρασμό από τα παιδικά βιβλία που διάβαζε, άρχισε το ταξίδι της στον χώρο της εικονογράφησης.
Κάπως έτσι κατάφερε να κάνει τη «λόξα» της, όπως εξηγεί η ίδια, επάγγελμα, σχεδιάζοντας εικόνες με άποψη – όταν καλείται να ζωγραφίσει μαμάδες, φροντίζει να διαφέρουν μεταξύ τους σε σωματότυπο, μαλλιά και άλλα χαρακτηριστικά, αναδεικνύοντας την ποικιλομορφία. Δεν φοβάται ιδιαιτέρως την απειλή της Τεχνητής Νοημοσύνης: ας νικήσει ο καλύτερος, δηλώνει.
![]() |
Από το βιβλίο Τα μαγικά μου χέρια της συγγραφέα Ασημίνας Ευκαρπίδου (αυτοέκδοση) |
Με τη συστολή των πολύ ευγενικών ανθρώπων, η Γιώτα Κοκκόση μάς συστήθηκε μέσω zoom και μιλήσαμε για τα βήματά της στον χώρο του παιδικού βιβλίου.
Τι σας τράβηξε στον χώρο του βιβλίου και της εικονογράφησης; Ένας καλός εικονογράφος πρέπει να είναι και φανατικός αναγνώστης ή δεν έχει και τόση σημασία;
Να αρχίσω ανάποδα; Μου αρέσουν πάρα πολύ τα βιβλία, είτε είναι παιδικά είτε ενηλίκων. Μου φαίνεται περίεργο να ζωγραφίζεις ένα βιβλίο χωρίς να έχεις επαφή με το αντικείμενο. Αυτός ήταν ο λόγος που ξεκίνησα, ζήλευα αυτά που έβλεπα κι ήθελα να κάνω κι εγώ κάτι ενδιαφέρον. Ήμουν αναγνώστρια κι αυτό με ώθησε να γίνω συνδημιουργός.
Όταν γίνονται επίμονα παρεμβάσεις, αισθάνομαι πως χάνω τον αυθορμητισμό μου κι αυτό φαίνεται στα σχέδια. Γίνονται πιο «σφιχτά».
Αναγνώστρια ποιού είδους λογοτεχνίας;
Λογοτεχνίας, γενικώς. Διάφορα βιβλία – πέρα από αστυνομική λογοτεχνία ίσως. Μου αρέσουν τα βιβλία που πιάνουν κοινωνικά θέματα, μου αρέσει ο Φίλιπ Ροθ και μου αρέσουν και τα παιδικά βιβλία. Άρχισα σε μεγάλη ηλικία να κοιτάζω και ν’ αγοράζω παιδικά βιβλία γιατί με τραβούσαν αισθητικά. Ήμουν και είμαι ακόμα γραφίστρια και επειδή μου άρεσε να σκιτσάρω και μου άρεσαν τα παιδικά βιβλία που κυκλοφορούσαν, άρχισα να σκέφτομαι πως θα ήθελα να ασχοληθώ κι εγώ με αυτόν τον χώρο αν μου δινόταν η ευκαιρία. Κι η ευκαιρία εντέλει μου δόθηκε, εφόσον το κυνήγησα. Έφτιαξα κάποια δείγματα, τα έστειλα από εδώ κι από εκεί κι άρχισε να εκδηλώνεται κάποιο ενδιαφέρον.
![]() |
Από το βιβλίο Η εκδρομή – Ο Σαμόρο μαθαίνει να είναι δίκαιος της συγγραφέα Μαριάννας Κουμαριανού (εκδ. Ελληνοεκδοτική) |
Είχατε κάποιο αγαπημένο εικονογραφημένο βιβλίο ως παιδί; Επηρέασε, πιστεύετε, τον τρόπο που δημιουργείτε σήμερα;
Από όλα τα βιβλία που είχα ως παιδί, μου άρεσε ένα ελληνικό βιβλίο που είχε πολλές ιστορίες. Λεγόταν 17 ιστορίες που ξεχωρίζουν και το ‘χε εικονογραφήσει η Σοφία Φόρτωμα. Οι σελίδες ήταν ασπρόμαυρες και το σκίτσο φανταστικό. Το διάβαζα, το κοίταγα και το ξανακοίταγα και είναι από τα έργα που μου ‘χουν μείνει. Σίγουρα μ’ επηρέασε, όπως όλα όσα μου κάνουν εντύπωση. Υπάρχουν κάπου μέσα στο κεφάλι μου κι είναι μέρος της σύνθεσης που δημιουργώ.
Άρα είναι μια υποσυνείδητη διαδικασία…
Σίγουρα είναι υποσυνείδητη κι από την άλλη, είναι και συνειδητή, καθώς κοιτάζω πώς δουλεύουν άλλοι συνάδελφοι. Τις διαφορετικές προσεγγίσεις, τι κάνουνε, πώς το βλέπουνε, αν είναι πιο τολμηροί. Δεν ξέρω αν μπορώ να αποδώσω κάτι απ’ όλα αυτά, αλλά σίγουρα μένουν μέσα μου.
Πόση ελευθερία έχετε κατά την εικονογράφηση; Πού τελειώνουν τα όρια του συγγραφέα και πού ξεκινούν αυτά του εικονογράφου;
Σε γενικές γραμμές έχω ελευθερία. Ετοιμάζω προσχέδια και πάνω σ’ αυτά συζητάμε, βλέπουμε αν υπάρχει κάποια διαφορετική άποψη. Δεν είναι μόνο οι συγγραφείς που έχουν λόγο πάνω σ’ αυτό, υπάρχουν κι άτομα με εμπειρία από τους εκδοτικούς οίκους. Έχω λάβει παρατηρήσεις οι οποίες με έχουνε βοηθήσει πολλές φορές. Νομίζω πως ένα τρίτο μάτι μπορεί να μου πει κάτι που ενδεχομένως δεν σκέφτηκα. Η ομάδα με βοηθάει.
Από την άλλη, όταν οι παρατηρήσεις γίνονται κάπως υπερβολικές, με μπλοκάρουν. Όταν γίνονται επίμονα παρεμβάσεις, αισθάνομαι πως χάνω τον αυθορμητισμό μου κι αυτό φαίνεται στα σχέδια. Γίνονται πιο «σφιχτά».
![]() |
Από το βιβλίο Το παγκάκι της αγκαλιάς της συγγραφέα Στέργιας Κάββαλου (εκδ. Καστανιώτη) |
Ποιες παρατηρήσεις θεωρείτε υπερβολικές;
Όταν ένα σχέδιο αλλάζει και μετά ξαναλλάζει και μετά πρέπει να το δούμε και λίγο αλλιώς. Σε γενικές γραμμές, με όλους έχω αρμονικές σχέσεις συνεργασίας. Δεν έχει υπάρξει κάποιο πρόβλημα.
Επειδή δουλεύετε με κείμενα, τα οποία καλείστε να εικονοποιήσετε, σας αγχώνει μήπως σας ξεφύγει κάποια λεπτομέρεια;
Τα κείμενα με τα οποία έχω δουλέψει δεν έχουν μεγάλη έκταση, οπότε δεν υπάρχει ο κίνδυνος να χάσω πολλά στοιχεία. Καθώς τα διαβάζω, μου ‘ρχονται ιδέες, οπότε υπογραμμίζω τα μέρη που μπορούν να δουλευτούν. Υπάρχουν και κείμενα που έχουν λεπτομερείς περιγραφές, όπου γράφεται για παράδειγμα: «Κι ανέβηκε τα τρία σκαλιά», οπότε πρέπει να έχω το νου μου, να κάνω τρία σκαλιά και όχι πέντε. Πάντοτε διαβάζω με προσοχή. Κάθε δουλειά τη βλέπουν κι άλλοι και τη διορθώνουν αν υπάρχει πρόβλημα.
![]() |
Από το βιβλίο Καληνύχτα θα πει... η νύχτα είναι καλή της συγγραφέα Πέλας Σουλτάτου (εκδ. Κέδρος) |
Ποια είναι η αγαπημένη σας τεχνική εικονογράφησης; Πώς θα χαρακτηρίζατε το στυλ σας;
Πλέον, ως επί το πλείστον, δουλεύω ψηφιακά, στο τάμπλετ, στο πρόγραμμα procreate. Οι ρίζες μου βρίσκονται στο μολύβι. Πάντοτε έτσι σχεδίαζα. Στη δουλειά μου μεταφράζεται ως εξής: κάνω τα προσχέδια στο χέρι, με μολύβι, γιατί αλλιώς δεν λειτουργεί ο εγκέφαλός μου και μετά, όταν πρέπει να προχωρήσω με την υλοποίησή τους, τα κάνω στο tablet για λόγους οικονομίας χρόνου και υλικών.
Είχα παρακολουθήσει κι ένα σεμινάριο εικονογράφησης παιδικού βιβλίου που διοργάνωσε το ΕΚΕΒΙ με εισηγητή τον Βασίλη Παπατσαρούχα – ήταν πολύ χρήσιμο και κατατοπιστικό.
Σχεδιάζατε από μικρή ηλικία από ό,τι καταλαβαίνω…
Ναι, ήταν η λόξα μου.
Έχετε πάει στο Κολλέγιο Βακαλό. Φαντάζομαι πως σας έδωσε αρκετά εφόδια.
Ξεκίνησα κάνοντας σχέδιο στο Λύκειο για να δώσω πανελλήνιες. Πέρασα στην αρχιτεκτονική κι έκανα σχέδιο και εκεί, αλλά δεν μου ταίριαζε η σχολή, δεν ήταν μια αυθόρμητη, συνειδητή επιλογή να σπουδάσω εκεί και καθώς περνούσε ο καιρός, συνειδητοποιούσα όλο περισσότερο πως δεν μου άρεσε, οπότε έκανα μια αλλαγή και πήγα στη Βακαλό.
Έχω κάνει σχέδιο και πιο ακαδημαϊκό και πιο τεχνικό. Είχα παρακολουθήσει κι ένα σεμινάριο εικονογράφησης παιδικού βιβλίου που διοργάνωσε το ΕΚΕΒΙ με εισηγητή τον Βασίλη Παπατσαρούχα – ήταν πολύ χρήσιμο και κατατοπιστικό.
Η δουλειά σας ως γραφίστριας έχει επηρεάσει το ύφος σας;
Έχω μια αίσθηση του χώρου για τη σελιδοποίηση του βιβλίου, καθώς έχω εμπειρία σ’ αυτό το κομμάτι. Στήνω την εικόνα έχοντας στο μυαλό μου πού θα μπει το κείμενο. Ως εκεί.
Δεν έχω δει κάτι σπουδαίο (από την ΤΝ) για να πω: «Α, εντάξει, παραδίδουμε τα σκήπτρα!» Από την άλλη, δεν ξέρω αν κι εγώ κάνω κάτι σπουδαίο. Όποιος τα καταφέρνει καλύτερα…
Σας τρομάζει η άνοδος της Τεχνητής Νοημοσύνης; Πιστεύετε ότι υπάρχει πιθανότητα να αντικατασταθείτε από το AI;
Όλες οι πιθανότητες υπάρχουν. Δεν μπορώ να πω πως με τρομάζει. Είναι ένας τομέας κάπως ανεξέλεγκτος, δεν νομίζω πως είναι στο χέρι μου. Είμαι υπέρ του να διατηρήσουμε τα πνευματικά μας δικαιώματα. Δεν θέλω να τροφοδοτώ το ΑΙ με τις δουλειές που έχω κάνει. Νομίζω πως μέχρι εκεί φτάνει η δικιά μας δύναμη, όλα τα άλλα πηγαίνουν έξω από τον έλεγχό μας και αν είναι να γίνει κάτι, θα γίνει. Κάποτε τραβούσαν με φιλμ κι έκαναν τις μακέτες στο χέρι. Μετά αυτά καταργήθηκαν και πλέον όλοι δουλεύουν σ’ υπολογιστή.
Προς το παρόν, τα σχέδια της Τεχνητής Νοημοσύνης που έχω δει δεν είναι πολύ αξιόλογα. Αδιάφορα, βαρετούτσικα, αρκετά κακοφτιαγμένα, πολύ ιλουστρασιόν για τα γούστα μου. Δεν έχουν ταυτότητα. Δεν έχω δει κάτι σπουδαίο για να πω: «Α, εντάξει, παραδίδουμε τα σκήπτρα!» Από την άλλη, δεν ξέρω αν κι εγώ κάνω κάτι σπουδαίο. Όποιος τα καταφέρνει καλύτερα… (γελάει)
![]() |
Από το βιβλίο Ο τεχνίτης πετεινός του συγγραφέα Κώστα Φασουλά (εκδ. Πατάκη) |
Ας νικήσει ο καλύτερος δηλαδή…
Το θέμα ήταν να βάλουμε το ΑΙ να κάνει τις βαρετές δουλειές, αλλά ήρθε για να γράψει ποίηση…
Κάποια έργα σας έχουν ως θέμα τη σχέση μητέρας-παιδιού. Ένα πρόσφατο παράδειγμα, το Γιατί δεν κοιμάσαι, μαμά; του Μάκη Τσίτα. Πώς μπορεί ένα εικονογραφημένο βιβλίο για παιδιά να αναδείξει τον ρόλο της μητέρας, και ευρύτερα, της γυναίκας;
Ο κόσμος των παιδιών είναι συνήθως μέσα στο σπίτι ή σε περιβάλλοντα κοινωνικοποίησης όπως το σχολείο, οπότε η «μαμά του παιδιού» είναι ένα πολύ στάνταρ θέμα στα παιδικά βιβλία. Πρώτα από όλα, είναι δουλειά του συγγραφέα να μιλήσει για τον ρόλο της μαμάς, πόσο σημαντικός είναι.
Όταν καλούμαι να φτιάξω μαμάδες, έχω στον νου μου να μην είναι όλες ίδιες, μου αρέσει να διαφέρουν μεταξύ τους, να υπάρχει ποικιλομορφία σε σωματότυπους και μαλλιά. Συχνά τις κάνω να ακουμπάνε το παιδί και το παιδί να τις ακουμπάει. Το βρίσκω τρυφερό κι ωραίο. Έτσι κινούμαι εικονογραφικά.
Στις περισσότερες ιστορίες σας πρωταγωνιστεί κάποιο ζώο του χωριού ή του δάσους, όπως στον Τεχνίτη πετεινό (εκδ. Πατάκη) του Κώστα Φασουλά, στην Αλεπού μοδίστρα (εκδ. Ελληνοεκδοτική), κ.α. Για ποιον λόγο τα ζώα είναι συχνά οι καταλληλότεροι πρωταγωνιστές στις ιστορίες για παιδιά;
Τα παιδιά από πολύ νωρίς δείχνουν ενδιαφέρον για τα ζώα. Στη μορφή ενός ζώου μπορείς να συμπεριλάβεις πολλά νοήματα. Σε μια αλεπού μπορείς να δεις τον εαυτό σου, τον φίλο σου και τον αδερφό σου. Δεν είναι μια συγκεκριμένη μορφή, δεν είναι ο Γιωργάκης που πάει στην Α’ Δημοτικού, είναι μια αλεπού και μέσω αυτής μπορείς να δεις ευκολότερα κάποια πράματα. Είναι ενδεχομένως μια συμβολική φιγούρα. Σκέφτομαι τον ανιψιό μου, που από πολύ μικρός τρελαινόταν για τα ζωάκια. Είναι ένας τρόπος να μιλήσεις στο παιδί μέσα από κάτι που του ‘χει κάνει εντύπωση, που του αρέσει. Μου φαίνεται πως τα ζώα είναι κάπως πιο οικεία στα παιδιά απ’ ό,τι σ’ εμάς, τους ενήλικες…
Είναι δύσκολο να τα σχεδιάζετε;
Εξαρτάται από το ζώο. Κάποτε, ένας πετεινός μ’ είχε προβληματίσει πολύ. (γελάει) Συχνά χρειάζεται να ψάξω πώς μοιάζουν τα ζωάκια στην πραγματικότητα… Κάποιες φορές τα σχεδιάζω και μοιάζουν πολύ ψεύτικά, οπότε ξεκινώ να υπερβάλω με κάποιο κομμάτι τους, κάνω πιο μεγάλα τα μάτια τους για παράδειγμα, για να γίνουν πιο συμπαθητικά.
Ένα απ’ τα πρόσφατα βιβλία σας είναι Ο Τρομάρας (εκδ. Διάπλαση), σε σενάριο της Μαρίας Σούμπερτ, βασισμένο στο ομότιτλο διήγημα του Γεωργίου Βιζυηνού. Πώς κινηθήκατε καθώς σχεδιάζατε το συγκεκριμένο βιβλίο; Αντανακλούν οι εικόνες, με κάποιον τρόπο, την αισθητική του Βιζυηνού, ή κινηθήκατε με απόλυτη ελευθερία;
Το κείμενο σε παραπέμπει σε μιαν άλλη εποχή, οπότε δεν ήθελα οι εικόνες μου να μην συνάδουν. Μιλά για επαγγέλματα και καταστάσεις που δεν υπάρχουν σήμερα. Υπάρχουν ληστές στα βουνά. Υπάρχει μια κοπέλα που βλέπει τον Τρομάρα από το παράθυρο του σπιτιού της – φαίνεται πως δεν πολυβγαίνει έξω. Υπάρχουν συνθήκες που δεν είναι τόσο σύγχρονες, οπότε κινήθηκα αναλόγως, δεν έφτιαξα σύγχρονα κτήρια, άφησα τα πράματα πιο ασαφή. Σχεδίασα κάπως παλιακά ρούχα. Έψαξα για παραδοσιακές φορεσιές και για εργαλεία, γιατί ο Τρομάρας πιάνει δουλειά σε ένα σιδηρουργείο κι εγώ δεν ήξερα τι θα μπορούσε να υπάρχει μέσα σ’ ένα σιδηρουργείο… (γελάει)
Ούτε εγώ ξέρω…
Έκανα αμόνια, σφυριά, τους φούρνους. Αν δεν υπήρχε το ίντερνετ, θα έπρεπε να επισκεφτώ κάποια βιβλιοθήκη. Κοίταξα λίγο και τη ζωή του Βιζυηνού. Ευτυχώς θυμόμουν κάπως την ιστορία από τα σχολικά μου χρόνια…
Γιατί θα ήταν καλό για τα παιδιά να ζωγραφίζουν περισσότερο και ν’ ασχολούνται με τα εικαστικά; Προτείνετε ένα δυο πρακτικά κόλπα.
Πάνω απ’ όλα είναι ένας ωραίος τρόπος έκφρασης… Έτσι λειτουργούσαν τα εικαστικά για εμένα, το σχέδιο με βοηθούσε πολύ. Αυτό είναι θέμα του καθενός, αν κάποιο παιδί θέλει να γράψει, μπορεί να γράψει. Δεν πιστεύω πως είναι υποχρεωτικό. Με τα εικαστικά, πάντως, μπορείς πολύ εύκολα να βγάλεις την έντασή σου, απλώς να μουτζουρώνεις με μανία όταν έχεις θυμώσει.
Δεν έχω διδάξει, δεν το είχα στο μυαλό μου. Έχω παρατηρήσει, βέβαια, πως κάποια παιδιά σταματούν να ζωγραφίζουν επειδή γίνονται συγκρίσεις. Οπότε θα έλεγα πως ένα κόλπο είναι να μην συγκρίνονται μεταξύ τους και να είναι ελεύθερα να κάνουν ό,τι θέλουν.
*Ο ΣΟΛΩΝ ΠΑΠΑΓΕΩΡΓΙΟΥ είναι δημοσιογράφος και συγγραφέας.