Ο ομότιμος καθηγητής του ΑΠΘ Ανδρέας Καρακίτσος μιλά για την προσωπική του διαδρομή από ένα μικρό χωριό της Δυτικής Μακεδονίας και τις πρώτες του ανεπίγνωστες ασκήσεις δημιουργικής γραφής, για τις σπουδές στο Στρασβούργο και για τον Καζαντζάκη, για τη μακρά πορεία του στο Πανεπιστήμιο ανοίγοντας δρόμους στη μελέτη της παιδικής λογοτεχνίας. Με αφορμή το βιβλίο «Οι λέξεις φταίνε... Αφιερωματικός τόμος στον Ανδρέα Καρακίτσιο», ένα συλλογικό έργο, σε επιμέλεια των καθηγητριών Τασούλας Τσιλιμένη και Μένης Κανατσούλη (εκδ. University Studio Press).
Συνέντευξη στον Κώστα Κατσουλάρη
Με τον Ανδρέα Καρακίτσιο γνωριστήκαμε το 2011 στο πλαίσιο δράσεων του προγράμματος του Εθνικού Κέντρου Βιβλίου για την Ενίσχυση της Φιλαναγνωσίας των μαθητών, πρόγραμμα φιλόδοξο και καλά δομημένο, που ξεκίνησε με τους καλύτερους οιωνούς και διεκόπη βιαστικά και άδοξα, μαζί με τη λειτουργία του ΕΚΕΒΙ. Τότε όμως υπήρξε ενθουσιασμός, και στην προσπάθεια είχαν κληθεί να βοηθήσουν εκπαιδευτικοί κάθε βαθμίδας που είχαν σχέση με το αντικείμενο, δηλαδή τη δημιουργική γραφή και ανάγνωση και την εφαρμογή τους στην εκπαίδευση. Έτσι, αναζητώντας ανθρώπους για να στηρίξουν το έργο στη Θεσσαλονίκη θα ήταν αδύνατον να προσπεράσεις τον Ανδρέα Καρακίτσιο, ο οποίος είχε ήδη σημαντικό έργο πάνω στο αντικείμενο, και μάλιστα ειδικευόμενος σε δράσεις φιλαναγνωσίας για πολύ μικρά παιδιά, ιδιότητα που τον έκανε ακόμη πιο δυσεύρετο και πολύτιμο.
Στην πορεία ανακάλυψα και τις άλλες πλευρές του, τις αμιγώς δημιουργικές (μεταφραστής, λογοτέχνης), τις οποίες κατάφερνε με πολύ μεράκι και φυσικότητα να τις εντάσσει στο εκπαιδευτικό του έργο, στο Πανεπιστήμιο και αλλού. Ο αφιερωματικός τόμος προς τιμήν του, με τίτλο Οι λένεις φταίνε..., από τις συναδέλφους του Τασούλα Τσιλιμένη και Μένη Κανατσούλη, με τη συνεισφορά πολλών ακόμη πανεπιστημιακών με ειδίκευση στα βιβλία για παιδιά, είναι μια χειρονομία που σημαίνει πολλά, κυρίως χάρη στη λογική πάνω στην οποία έχει δομηθεί: Όχι σαν ένα ατελείωτο λιβάνισμα, αλλά το ακριβώς αντίθετο: Σαν παρακαταθήκη κειμένων σχετικών με τα αντικείμενα που θεράπευσε ο ίδιος ο Α.Κ., ή απολύτως συναφή. Είναι δηλαδή μια τιμητική χειρονομία προς το πρόσωπο, μέσα από το έργο του και τις προεκτάσεις του.
Όταν βγαίνει ένας αφιερωματικός τόμος για έναν πανεπιστημιακό, αυτό συνήθως συμπίπτει με το τέλος της ακαδημαϊκής καριέρας. Ποια είναι τα συναισθήματα;
Μου κάνεις μια ερώτηση που δεν με ξαφνιάζει, καθώς τη δέχτηκα από πολλές πλευρές. Ένας αφιερωματικός τόμος για έναν πανεπιστημιακό είναι μια εξαιρετική τιμή και τέτοια είναι και για μένα. Βεβαίως, όλο αυτό μέχρι ενός σημείου, γιατί η ιδιοσυγκρασία μου απέχει πολύ από τον ήρωα που αναδύεται από τους στίχους του Αλεξανδρινού στην «Σατραπεία», που επιζητά
«...τον έπαινο του Δήμου και των Σοφιστών,
τα δύσκολα και τ' ανεκτίμητα Εύγε,
την Αγορά, το Θέατρο, και τους Στεφάνους. …».
Δεν είμαι από τη φύση μου πλασμένος για τέτοια και άλλα ηχηρά παρόμοια. Συγκινούμαι όμως βαθύτατα από την πρωτοβουλία των δυο κυριών, της Μένης Κανατσούλη, καθηγήτριας στο ΤΕΠΑΕ, ΑΠΘ, και της Τασούλας Τσιλιμένη, καθηγήτριας στο ΠΤΠΕ, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, που δόθηκαν ολόψυχα στην ετοιμασία αυτού του τόμου. Τα ίδιο συγκινούμαι και από τους τρεις συναδέλφους, Τριαντάφυλλο Κωτόπουλο, καθηγητή, ΠΤΝ, ΠΔ Μακεδονίας, τη Σωτηρία Σταυρακοπούλου, καθηγήτρια του Τμήματος Φιλολογίας, ΑΠΘ, και τον Δημήτρη Κόκκορη, καθηγητή του Τμήματος Φιλοσοφίας και Παιδαγωγικής, ΑΠΘ, που εκτός της συμμετοχής τους με ενδιαφέροντα άρθρα στον αφιερωματικό τόμο ανέλαβαν και την παρουσίαση του τόμου στο Διεθνές Φεστιβάλ Βιβλίου Θεσσαλονίκης. Κάτι ανάλογο και παρόμοιο νοιώθω και για τους/τις υπόλοιπους συναδέλφους, που είχαν τη διάθεση να συμμετέχουν με τα γραπτά τους στον αφιερωματικό τόμο. Και τέλος ευχαριστώ και τον εκδοτικό οίκο University Studio Press που ανέλαβε την έκδοση.
Αυτή την τιμητική πράξη των συναδέλφων μου προς το πρόσωπό μου τη νοιώθω κάπως σαν ένα φιλικό καθημερινό χαμόγελο και πάνω από όλα σαν έναν άνεμο ούριο για την πορεία και διαδρομή της μελέτης της παιδικής λογοτεχνίας.
Ένιωσα βαθιά συναισθήματα, κάπως σαν να ξανάβλεπα και να άγγιζα τα ίχνη της διαδρομής μου στη φωνή τους, στη ψυχή τους, στην αγάπη τους, στην αγκαλιά τους.
Και κάτι ακόμη. Χάρηκα ιδιαίτερα πολύ, γιατί είδα στην εκδήλωση τόσους και τόσες παλιούς και νέους μου μαθητές και μαθήτριες από τη διαδρομή μου στη Β/θμια και φοιτητές και φοιτήτριες από τη Γ/θμια. Ένιωσα βαθιά συναισθήματα, κάπως σαν να ξανάβλεπα και να άγγιζα τα ίχνη της διαδρομής μου στη φωνή τους, στη ψυχή τους, στην αγάπη τους, στην αγκαλιά τους. Χάρηκα πολύ, αλλά ξέρετε η χαρά ή η ευτυχία είναι πάντοτε μια μικρή έκλαμψη, σχεδόν όπως όταν γράφεις έναν ωραίο στίχο ή όταν βλέπεις από το μπαλκόνι σου τη θάλασσα ή τον Όλυμπο.
Ταυτόχρονα ένιωσα να αναδύεται μέσα μου και μια δυνατή αίσθηση χρέους, καθήκοντος και προσφοράς, μεγαλύτερη τώρα, καθώς ο αφιερωματικός τόμος προστίθεται στην ομοτιμοποίησή μου από το Τμήμα Επιστημών Αγωγής και Προσχολικής Εκπαίδευσης (2021), εκεί που διήνυσα άκοπα 35 χρόνια έρευνας, διδασκαλίας και συγγραφής.
Πρόκειται για τέλος ή για μια νέα αρχή;
Δεν είμαι σίγουρος ότι είναι το τέλος ή μια αρχή. Στο νου μου τριγυρίζει ο τίτλος του εμβληματικού ποιήματος του Καρυωτάκη «Τι νέοι που φτάσαμεν εδώ» χωρίς τη συνέχεια βέβαια, από τη συλλογή «Ελεγεία και Σάτιρες». Καλύτερα όμως να απαντήσω στο ερώτημα αυτό με τους παρακάτω προσωπικούς στίχους.
(με τον τρόπο του Γ. Σεφέρη)
Μέρες 2020-21
Επώδυνα παραμονεύει η εύκολη αναδρομή,
ένας ορίζοντας ή μια γραμμούλα
ή μια σιωπή και τα μεγάλα μάτια
στο πιο πικρό παράπονο της Ευρυδίκης
στο βλέμμα, το φρικτό, στα μάτια του Ορφέα.
Κρυφή φθορά η μνήμη, καθώς αγγίζεις τα κελύφη της.
Όπου και να την πιάσεις σε πονεί και ψιθυρίζει:
«Τριαντάφυλλα αληθινά μονάχα να φυτρώνεις
στο φως των λέξεων, στις άκρες των ονείρων,
σ’ αγάπες με συνήθειες όμορφα παράξενες,
που κάποτε με ξόβεργα στοιχειώναν στην ψυχή σου.
Μα να θυμάσαι, τα λάθη και τα πάθη δεν αντέχουν,
δεν επιτρέπουν ενθύμια ούτε καν πουλόβερ για το κρύο.»
Πώς φτάσαμε ως εδώ;
Εδώ που τελειώνουν οι μέρες, τα εξάμηνα
οι τρικυμίες των ματιών, η θάλασσα των μαθημάτων
και τα φουρτουνιασμένα αμφιθέατρα;
Ορκίζομαι, σας αγαπώ τόσο πολύ
που πίσω μου δεν θα κοιτάξω.
Δεν θα ξεχάσω τίποτε,
μα πίσω μου δεν θα κοιτάξω.
Στο νου μου πάντα, αιώνια, του μύθου η συμβουλή.
Την Ευρυδίκη του, ο Ορφέας μας
πολύ δεν είχε αγαπήσει.
Και γύρισε…
Ηλιοβασίλεμα!
Ανδρέας Καρακίτσιος
Θες να μου πεις δυο λόγια για τον τίτλο. Για ποιο πράγμα… φταίνε οι λέξεις; Πώς συνδέεται ο τίτλος με το μότο, τον στίχο της Δημουλά, «Αυτές / ενθάρρυναν τα πράγματα / σιγά σιγά / ν’ αρχίσουν να συμβαίνουν»; Ήμουν στην εκδήλωση για το βιβλίο σου στη φετινή ΔΕΒΘ και νομίζω ότι σε άκουσα να λες κάτι ενδιαφέρον. Θες να το μοιραστείς με τους αναγνώστες μας;
Θα πρέπει τώρα να κάνω ένα μικρό οδοιπορικό ταξίδι στο παρελθόν. Κατάγομαι από ένα μικρό ορεινό χωριό, της Δυτικής Μακεδονίας, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αδιάκοπο αγώνα των ανθρώπων του, την πάλη τους με τη γη, τα «ζα και τα πράματα» αλλά και τα περήφανα βουνά λουσμένα στο φως του ήλιου. Επιλέχτηκα να φοιτήσω με κρατική υποτροφία στην Β/θμια και Γ/θμια Εκπαίδευση, καθότι ορφανός στα έξι μου. Στο Δημοτικό, ο εμπνευσμένος δάσκαλος την ώρα της καλλιγραφίας μας ζητούσε να γράψουμε ποιήματα. Θυμάμαι ακόμη την πρώτη στροφή.
Απάνω στην αμυγδαλιά
κελάηδησε ένα πουλάκι.
Μα αμφίβολο είν’ αυτό
λες να ‘ταν αηδονάκι;
Στάθηκα τυχερός στις γυμνασιακές μου σπουδές, γιατί ο τόπος μου στη διάρκεια της επταετίας (1967-1974) γέμισε από εκπαιδευτικούς με ήθος, μόρφωση και αγάπη για τη δουλειά τους, που βρέθηκαν εκεί με δυσμενή μετάθεση, κάτι σαν τιμωρία… Θα αναφέρω μερικούς: ο φιλόλογος ιστορικός Φ.Κ. Βώρος, από την Αθήνα, ο μαθηματικός Πλαγάκος, από τη Θεσσαλονίκη, ο Ανδρεάδης από τα Τρίκαλα, όλοι τους με δυσμενή μετάθεση στα Γρεβενά. Οφείλω πολλά σε αυτούς…
Ο Φ.Κ. Βώρος μας προέτρεπε να γράφουμε ελεύθερα στίχους και πεζά. Πού και πού μας έδινε και κάποιες ασκήσεις για το σπίτι, τις οποίες μετά από πολλά χρόνια κατάλαβα ότι ήταν ασκήσεις δημιουργικής γραφής. Κάποια στιγμή μας έθεσε το κρίσιμο ερώτημα: Οι στίχοι, οι λέξεις μπορούν να αλλάξουν τον κόσμο; Όταν μετά από χρόνια διάβασα τους στίχους της Κικής Δημουλά, άστραψαν μέσα μου οι σκηνές και εικόνες της εφηβείας μου στο Γυμνάσιο Γρεβενών. Το ποίημα με έκανε πλούσιο και ευτυχή. Δεν θέλω να σημειώσω τα άλλα: «Εν αρχή ην ο λόγος, οι λέξεις μας χαμογελούν, οι λέξεις μας σκοτώνουν, η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει και τα υπόλοιπα».
Αφήνω τους στίχους της να μιλήσουν.
Επεισόδιο
«...Οι λέξεις φταίνε. Αυτές
ενθάρρυναν τα πράγματα σιγά
σιγά ν’ αρχίσουν να συμβαίνουν.
Κι όταν κλαίμε μην ακούς
τι ψεύδονται οι αδένες
τάχα πως νίπτουν δάκρυα τας χείρας των.
Δεν είναι δάκρυα.
Λέξεις ξαναχτυπούν
καιρό επιφυλαγμένες στο αλάτι τους
αυτές οι λέξεις άθλιες δε λένε να φυσήξουν
και τη θυσία μάς εμφυσούν στην άπνοιά τους…»
Κική Δημουλά, 1998-2010. Ενός λεπτού μαζί, Αθήνα, Ίκαρος.
Στον αφιερωματικό τόμο συμμετέχουν σχεδόν όλοι οι πανεπιστημιακοί της χώρας που ασχολούνται με το παιδικό βιβλίο, κάτι ιδιαίτερα τιμητικό αλλά και χαρακτηριστικό της πορείας σου. Ακόμη πιο τιμητικό είναι όμως ότι αφιέρωσαν πρωτότυπα άρθρα γύρω από μια σειρά θεματικές με τις οποίες κι εσύ ασχολήθηκες, σε κάποιες περιπτώσεις ήσουν από τους πρώτους. Το θέλησες κι εσύ να βγει έτσι, ή ήταν μια πρωτοβουλία των δύο καθηγητριών-επιμελητριών του τόμου; Έχω την αίσθηση, και θέλω τη γνώμη σου, ότι αυτή η προσέγγιση έχει κάποιο ειδικό βάρος, ότι στέλνει κάποιο μήνυμα...
Ο αφιερωματικός τόμος ήταν μια καθαρή πρωτοβουλία της καθηγήτριας Μένης Κανατσούλη και της καθηγήτριας Τασούλας Τσιλιμένη με τις οποίες συμμετείχαμε στις περισσότερες επιστημονικές συναντήσεις (Συνέδρια, Ημερίδες, Συμπόσια) στο ευρύ πεδίο της Παιδικής Λογοτεχνίας και είχαμε επικοινωνία και πολλές συζητήσεις πάνω στα θέματα που μας ενδιέφεραν. Εγώ, όταν μου ανακοινώθηκε η πρότασή τους για έναν αφιερωματικό τόμο, συγκινήθηκα, αυτοακυρώθηκα, και δεν ζήτησα κάτι ξεχωριστό. Απλώς βοήθησα να βρεθούν φίλοι και φίλες συνάδελφοι από τον πανεπιστημιακό χώρο, που έχουν ειδική σχέση με τις τρεις θεματικές.
Η συστηματική, άοκνη και δημιουργική συνεργασία των δύο συναδέλφων κυριών Μένης Κανατσούλη και Τασούλας Τσιλιμένη ήταν άκρως αποτελεσματική. Οι τρεις θεματικές με τη σειρά Παιδική Λογοτεχνία, Λογοτεχνία/Διδακτική και Δημιουργική Γραφή είναι κάτι που συμβάδιζε με την επιστημονική πορεία μου και εξέλιξη. Συγκεκριμένα, με την ανάθεση της διδασκαλίας του μαθήματος «Παιδική Λογοτεχνία» ξεκίνησα την έρευνα και συγγραφή μελετών σχετικά με την ιστορία της, το γένος της, τα είδη της, τις καταβολές της και βεβαίως και τη θεωρία και την κριτική της σε ένα τοπίο σχεδόν παρθενικό πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, π.χ. υπήρχαν οι μελέτες των Α. Δελώνη, Χ. Σακελλαρίου, του Β.Δ. Αναγνωστόπουλου. Στη συνέχεια, λόγω του παιδαγωγικού περιβάλλοντος, προέκυψε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη διδασκαλία της παιδικής λογοτεχνίας με βάση τις νεότερες λογοτεχνικές θεωρίες κυρίως της πρόσληψης και της θεωρίας του αναγνώστη.
Η θεματική ενότητα της δημιουργικής γραφής δεν έπαψε ποτέ να με απασχολεί αλλά έξω από το επίσημο Πρόγραμμα Σπουδών και αποτυπώθηκε κυρίως με την ίδρυση του ομίλου φοιτητών Πειραματικής Λογοτεχνίας του Τμήματος κατά τα πρότυπα της ομάδας ΟΥLIPO...
Η ξένη βιβλιογραφία βοήθησε πολύ να συγκροτηθεί ένα δημιουργικό μοντέλο της διδασκαλίας της παιδικής λογοτεχνίας κυρίως στην Προσχολική και Δημοτική Εκπαίδευση. Η θεματική ενότητα της δημιουργικής γραφής δεν έπαψε ποτέ να με απασχολεί αλλά έξω από το επίσημο Πρόγραμμα Σπουδών και αποτυπώθηκε κυρίως με την ίδρυση του ομίλου φοιτητών Πειραματικής Λογοτεχνίας του Τμήματος κατά τα πρότυπα της ομάδας ΟΥLIPO, στο μέσον της δεκαετίας του 1990, και την έκδοση κατά διαστήματα του περιοδικού «Λυκοφιλίες» με εσωτερική κυκλοφορία στα τέλη της δεκαετίας του ‘90. Από το 2006 ο προσανατολισμός στην δημιουργική γραφή είναι πολύ πιο συστηματικός και με πολλές δημοσιεύσεις και βιβλία.
Είσαι ικανοποιημένος από το πώς συζητιέται η παιδική λογοτεχνία στον δημόσιο χώρο; Έχει αναπτυχθεί μέσα στα χρόνια ένας κριτικός λόγος, εντός κι εκτός πανεπιστημίου, που να αντιμετωπίζει τον αντικείμενο με τη σοβαρότητα που του πρέπει;
Εύχομαι αυτός ο αφιερωματικός τόμος να είναι και μια αφορμή για την έναρξη συνεργασίας διδασκόντων ενήλικης και παιδικής λογοτεχνίας, καθώς εντάσσονται άρθρα συγγραφέων διδασκόντων στα Παιδαγωγικά Τμήματα αλλά και σε Τμήματα Φιλολογίας. Ελπίζω αυτή η μορφή συνεργασίας να είναι η αρχή, καθώς ευνοείται από την σημερινή περιρρέουσα ατμόσφαιρα που σηματοδοτεί η κυριαρχική εμφάνιση των θεωριών της πρόσληψης και του αναγνώστη, αλλά και από την κυκλοφορία πολλών λογοτεχνικών βιβλίων και εικονοβιβλίων, που έχουν χαρακτηριστεί «διηλικιακά» (crossover), δηλαδή βιβλία προς ανάγνωση για όλες τις ηλικίες. Σχεδόν σε όλη την Ευρώπη η αυξητική τάση κυκλοφορίας λογοτεχνικών βιβλίων και εικονοβιβλίων crossover, υπονομεύει τη διάκριση παιδικής και ενήλικης λογοτεχνίας και ανοίγει νέους διαύλους επικοινωνίας και συνεργασίας μεταξύ των αντίστοιχων μελετητών. Οι συγγραφείς και των δύο κατηγοριών ήδη έχουν αντιληφθεί τις εκλεκτικές συγγένειες παιδικής και ενήλικης λογοτεχνίας. Μένει να το αποδεχτούν και οι εκδότες, που επιμένουν να θεωρούν τα βιβλία προσανατολισμένα πάντοτε σε συγκεκριμένες ηλικίες.
Υπήρξες πρωτοπόρος σε ένα πεδίο που, ακόμη και σήμερα, πολλοί δεν παίρνουν πολύ στα σοβαρά: τη λογοτεχνία για τα πολύ μικρά παιδιά, όχι όμως μονάχα τα παραμύθια, αλλά και την ποίηση. Έχεις γράψει και ο ίδιος για μικρά παιδιά. Είναι σωστή η αίσθηση που έχω ότι, ακόμη και σήμερα, αυτό το λογοτεχνικό είδος περνάει κάτω από τα ραντάρ των περισσότερων που ασχολούνται είτε με την ποίηση είτε με τη λογοτεχνία για παιδιά;
Πολύ σωστά το ένοιωσες. Η παιδική λογοτεχνία εξελίσσεται συνήθως ερήμην των φιλολόγων, χωρίς να είναι πάντοτε και ακριβώς ευθύνη τους. Ξέρετε κάποιο Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής στο οποίο να διδάσκεται η Παιδική Λογοτεχνία πλην των Παιδαγωγικών Τμημάτων της χώρας; Όχι βέβαια...
Ίσως η συμμετοχή συναδέλφων από το Τμήμα Φιλολογίας στις εργασίες του τόμου και στην παρουσίαση ανοίγει έναν δρόμο φωτεινό συνεργασίας και επικοινωνίας, όπως είπα και πριν...
Στη μεταπολεμική περίοδο η συγγραφή παιδικών λογοτεχνικών βιβλίων πέρασε σχεδόν αποκλειστικά με ελάχιστες εξαιρέσεις σε ομάδα συγγραφέων που γράφουν σχεδόν αποκλειστικά ή κυρίως για παιδιά.
Παλαιότερα οι περισσότεροι συγγραφείς έγραφαν και για μικρούς και μεγάλους, π.χ. ο Γ. Βιζυηνός, η γενιά του Παλαμά και του μεσοπολέμου. Θυμίζω ότι οι τρεις μεγάλοι ποιητές της γενιάς του ‘30 έγραψαν ποίηση για παιδιά (Γ. Ρίτσος, Ο. Ελύτης, Γ. Σεφέρης) αλλά έχουν σχεδόν αποσιωπηθεί από την επίσημη κριτική και ιστορία της λογοτεχνίας, παρά την συχνή παρουσία ιδίως των ποιημάτων των Ελύτη και Ρίτσου στα σχολικά εγχειρίδια. Στη μεταπολεμική περίοδο η συγγραφή παιδικών λογοτεχνικών βιβλίων πέρασε σχεδόν αποκλειστικά με ελάχιστες εξαιρέσεις σε ομάδα συγγραφέων που γράφουν σχεδόν αποκλειστικά ή κυρίως για παιδιά.
Θα σας αφηγηθώ ένα επεισόδιο ενδεικτικό της στάσης απέναντι στην παιδική λογοτεχνία. Θυμάμαι σε μια συνάντηση/ημερίδα στα μέσα της δεκαετίας του 1990 με την επίσημη συμμετοχή της Άννας Σικελιανού σε ένα ακροατήριο ελλήνων και κυπρίων εκπαιδευτικών. Όταν τελείωσα μια παρουσίαση / ανάγνωση του βιβλίου του Σεφέρη, «Ποιήματα με ζωγραφιές για μικρά παιδιά, Ερμής 1979, εμφαίνοντας στην παρουσία των Limericks», η Άννα Σικελιανού σχολίασε:
«Τι τα λες και τα αναφέρεις αυτά τα χαζά και ανόητα στιχουργήματα ως ποιήματα του Σεφέρη;»
Ήθελα να ανοίξει η γη και να με καταπιεί. Την κατάσταση έσωσε μια Κυπρία νηπιαγωγός λέγοντας. «Κα Άννα εμείς στην Κύπρο πολύ τα αγαπάμε αυτά τα ποιήματα, το βιβλίο αυτό υπάρχει σχεδόν σε κάθε Δημοτικό Σχολείο και Νηπιαγωγείο, και βέβαια εμείς οι νηπιαγωγοί αγαπάμε πολύ αυτά τα ποιήματα του Γ Σεφέρη.».
Τελικά τι συμβαίνει; Γιατί οι μελετητές της ενήλικης λογοτεχνίας έχουν αυτήν την αρνητική αποτίμηση της παιδική λογοτεχνίας, πεζογραφίας και ποίησης.
Η παιδική λογοτεχνία θεωρείται μια λογοτεχνία ελάσσων, κυρίως γιατί υπόκειται σε αυστηρές μορφές αυτολογοκρισίας και επιχειρεί να προσαρμοστεί ευθέως και υποχρεωτικά στις ιδιαιτερότητες του «εννοούμενου» αναγνώστη. Με βάση τη θεωρία της πρόσληψης το λογοτεχνικό κείμενο -στην περίπτωσή μας το παιδικό- επειδή πιέζεται να συμπίπτει απόλυτα με τη προσδοκία του μικρού αναγνώστη, δεν εκτιμάται ως λογοτεχνικό αλλά ως ένα εμπορικό προϊόν, το οποίο υπακούει στη λογική της αγοράς, της ομοιομορφίας και της τυποποίησης, γεγονός που αρνείται εδώ και δυο αιώνες η λογοτεχνία για ενήλικους. Επιπρόσθετα, η διαδικασία γραφής στο παιδικό λογοτεχνικό κείμενο (ποίημα ή πεζό) προσδιορίζεται από μια λογική κανονιστική, από μια λογική αυτοπεριορισμού και μορφικής και θεματικής χειραγώγησης, που επιβάλλεται από μια άτυπη συνείδηση, η οποία περιορίζει, ορίζει και καθοδηγεί το κείμενο, όταν απευθύνεται στα παιδιά. Αντίθετα, η γραφή στην λογοτεχνία των ενηλίκων και ιδιαίτερα στο πεδίο της ποίησης έχει έναν χαρακτήρα υποκειμενικής και προσωπικής έκρηξης, που ενδιαφέρει συνήθως πρωτίστως τον δημιουργό και κατόπιν τον αποδέκτη- αναγνώστη. Είναι μια προσωπική πάλη με τη γλώσσα, με το «είναι» του κόσμου του, και στοχεύει συχνά στην κατασκευή μιας νέας ποιητικής πραγματικότητας με έμφυτη την τάση αμφισβήτησης, κριτικής και δημιουργίας ανείπωτων εικόνων και καταστάσεων.
Έχοντας υπάρξει, θα έλεγα (κάνοντας χρήση μιας λέξης του συρμού), «ολιστικός» μελετητής και δημιουργός, έχεις ταυτόχρονα σημαντικό μεταφραστικό έργο (από τα γαλλικά, με γνωστότερα τα βιβλία με τον Μικρό Νικόλα, εκδ. Ορίζοντες), αλλά και διόλου ευκαταφρόνητο πρωτότυπο λογοτεχνικό έργο. Πώς αυτές οι δύο σημαντικότατες όψεις της λογοτεχνικής δημιουργίας επηρέασαν το είδος του καθηγητή που υπήρξες και είσαι ακόμη;
Και οι δυο παράμετροι που σημειώνεις, δηλαδή οι εμπειρίες από τη συγγραφή παιδικής λογοτεχνίας και από εκείνες της διδασκαλίας και έρευνας μού επέτρεψαν να δω την Παιδική Λογοτεχνία ποικιλότροπα. Σημειώστε και την επιρροή της Ψυχολογίας στο πεδίο της γνωστικής Ψυχολογίας, λόγω των μεταπτυχιακών μου Σπουδών και την πλούσια γαλλική και ιταλική βιβλιογραφία. Συγκεκριμένα, μου άνοιξαν δρόμους και μονοπάτια για μια πιο ελκυστική διδασκαλία της Δημιουργικής Γραφής. Καταλυτική όμως για εμένα ήταν η διδακτική μου εμπειρία στην Β/θμια Εκπαίδευση και ιδίως εκείνη των παιδιών του Λυκείου που ακουμπούσαν στους ώμους μου σε κάθε περίοδο εξετάσεων.
Με τη βοήθεια της βιβλιογραφίας και τις εμπειρίες από τη μετάφραση του «μικρού Νικόλα» να εμπλακώ σε θέματα ειδικής χρήσης της παιδικής γλώσσας, του παιδικού λεξιλογίου και παιδικής ψυχικής ιδιοσυστασίας και λογικής.
Μπόρεσα επίσης με τη βοήθεια της βιβλιογραφίας και τις εμπειρίες από τη μετάφραση του «μικρού Νικόλα» να εμπλακώ σε θέματα ειδικής χρήσης της παιδικής γλώσσας, του παιδικού λεξιλογίου και παιδικής ψυχικής ιδιοσυστασίας και λογικής. Εκείνη η λέξη «Bouillon», το παρατσούκλι που είχαν τόσο εύστοχα ο μικρός Νικόλας και οι συμμαθητές διαλέξει για να αποκαλούν ειρωνικά τον αχώνευτο επιστάτη του σχολείου τους, με βασάνισε σχεδόν ένα μήνα ώσπου να καταλήξω στο Σουπιάς. Είχα ρωτήσει καμιά δεκαριά παιδιά από Γαλλία και Ελλάδα.
Έτσι, σχεδόν ανεπαισθήτως η λειτουργία της ενσυναίσθησης με καθοδήγησε να έχω μια ισότιμη και δημιουργική επικοινωνία με τους φοιτητές και φοιτήτριες και να ανοίγω δρόμους για μια καλύτερη και ποιοτικότερη ανάγνωση με το παιδικό λογοτεχνικό κείμενο, απαραίτητη για την παρουσία τους στη σχολική τάξη.
Πηγαίνοντας πολύ πίσω, το διδακτορικό σου, στο Université de Strasbourg II, είχε ένα εξαιρετικά ενδιαφέρον θέμα, που όμως δεν είχε σχέση με τα βιβλία για παιδιά. Σημειώνω τον τίτλο: «Η γυναίκα στη ζωή και στο έργο του Νίκου Καζαντζάκη: Μια ψυχαναλυτική προσέγγιση». Μια και ζούμε τον τελευταίο καιρό μια επιστροφή του Καζαντζάκη, μέσα από τις επανεκδόσεις του έργου του, μήπως αυτό το έργο των απαρχών σου ως μελετητή θα είχε κάτι να συνεισφέρει;
Εδώ μια πολύ σύντομη απάντηση. Μου ζητήθηκε να το μεταφράσω αλλά φευ η επικοινωνία με τον εκδότη διακόπηκε απότομα. Παραμένει στη Βιβλιοθήκη του Στρασβούργου σε ηλεκτρονική και έντυπη μορφή. Έχω κι εγώ μια πρόχειρη μορφή σε φωτοτυπίες. Μου δίνεις μια πολύ καλή ιδέα πάντως, θα το ψάξω.
Ξεκίνησες να διδάσκεις το μακρινό 1986, αρχικά ως επιστημονικός συνεργάτης, στο ΑΠΘ, κι από τότε ξεκινά μια λαμπρή πορεία στον χώρο της εκπαίδευσης και του πανεπιστημίου που δύσκολα συνοψίζεται. Σε αυτήν τη πορεία, ξεχωρίζει θα έλεγα η εντατική και σταθερή προσήλωσή σου στο είδος των πρακτικών που αποκαλούμε «δημιουργική γραφή», εστιάζοντας στη δημιουργική γραφή για παιδιά. Συνεργαστήκαμε και μαζί στο Πρόγραμμα Φιλαναγνωσίας του ΕΚΕΒΙ, αλλά και πέραν αυτού έχεις αναπτύξει πολύ νωρίτερα μια ξεχωριστή και ποικίλη δραστηριότητα, την οποία δεν έπαψες ποτέ να εξελίσσεις. Θες να μας πεις δυο λόγια για τη σχέση σου με τη δημιουργική γραφή και γιατί θεωρείς ότι είναι μια σημαντική συνιστώσα της εκπαίδευσης;
1976. Έχω στα χέρια μου το πτυχίο ΦΠΨ της Φιλοσοφικής, ΑΠΘ και μετακομίζω τη ευγενική χορηγεία και βοηθεία του αδερφού μου στο Στρασβούργο.
Πρώτη χρονιά Maitrise, Université de Strasbourg στην Ψυχολογία, δεύτερη χρονιά έναρξη σπουδών τρίτου κύκλου D.E.A (πρώτο έτος διδακτορικού) με γενική θεματική «Ψυχανάλυση και Λογοτεχνία». Και τότε ήρθε η συνάντηση με τον καθηγητή Αστέριο Αργυρίου στο Παν/μιο του Στρασβούργου στο Τμήμα ελληνικής Γλώσσας που μου ψιθύρισε... «Άσε την Ψυχολογία και κάνε ένα διδακτορικό στην Νεοελληνική Λογοτεχνία. Γράψε για τον Νίκο Καζαντζάκη». Το δέχτηκα με χαρά και ξεκίνησα αμέσως. Βρέθηκα να ασχολούμαι με δύο διδακτορικά. Προσπάθησα αρχικά να τελειώσω και τα δύο ταυτόχρονα. Δεν έβγαινε. Τελικά, η Διατριβή για το Νίκο Καζαντζάκη τελείωσε πολύ πιο γρήγορα και εκείνη στην Ψυχολογία έμεινε μισοτελειωμένη, προς μεγάλη θλίψη του επιβλέποντα Ψυχαναλυτή Michel Bauer.
Η Διατριβή με τίτλο «La femme dans la vie et l’ oeuvre de Nikos Kazantzakis, d’un point de vue psychanalytique» περατώθηκε το 1980 και υποστηρίχτηκε το 1981. Τον Αύγουστο του 1980 κάποια γνωριμία με οδήγησε για εργασία σε μια διαφημιστική εταιρία, όπου συμμετείχα άτυπα στην ομάδα ιδεών και σεναρίων για διαφημιστικές καμπάνιες. Κατόπιν παροτρύνσεών τους παρακολούθησα και ένα ειδικό ετήσιο σεμινάριο σπουδών με θέμα τη Διαφήμιση και ειδικότερα τη δημιουργία σεναρίων και ιδεών. Ήταν η πρώτη, ας το πούμε, επαγγελματική επαφή μου με το πεδίο της δημιουργικής γραφής. Είχε βέβαια προηγηθεί η εμπειρία διδασκαλίας της Δημιουργικής Γραφής σε ένα Λύκειο του Στρασβούργου.
Η επιστροφή στην Ελλάδα συνδέθηκε με διδασκαλία σε Μεταλυκειακά Τμήματα και στην Ιδιωτική Εκπαίδευση. Κανείς δεν ήθελε τη διδασκαλία έκθεσης και συνήθως αναλάμβανα εγώ. Ήταν ένα μάθημα με αρκετές παραμέτρους και προϋποθέσεις κοντά στη Δημιουργική Γραφή. Έτσι το έβλεπα τότε.
Θυμάμαι τι χαρά και τι δημιουργική αναστάτωση προκλήθηκε στους μαθητές και μαθήτριες, μοιράζοντας στο μάθημα σε κάθε θρανίο φωτοτυπία μιας διαφήμισης...
Θυμάμαι τι χαρά και τι δημιουργική αναστάτωση προκλήθηκε στους μαθητές και μαθήτριες, μοιράζοντας στο μάθημα σε κάθε θρανίο φωτοτυπία μιας διαφήμισης, που έδειχνε ένα νεαρό ζευγάρι να ταξιδεύει με μοτοσυκλέτα. Η ερώτηση ήταν: Μαντέψτε και γράψτε σε 200-300 λέξεις τι έχει συμβεί πριν και τι θα συμβεί μετά.
Χαμόγελα και σούσουρα. Όλοι και όλες άρχισαν να γράφουν. Την άλλη μέρα το Τμήμα μου είχε διπλάσια άτομα.
Αργότερα δούλεψα το μάθημα της έκθεσης σε ιδιωτικό Φροντιστήριο και μετά το 1986-1987 διορισμένος σε ένα επαρχιακό Γυμνάσιο. Εκεί παίζαμε διάφορα ουλιπιανά παιγνίδια δημιουργικής γραφής. Στιγμές αξέχαστες.
Βρέθηκα το 1987-88 στο νέο τότε Παιδαγωγικό Τμήμα Νηπιαγωγών του ΑΠΘ. Τα δύο πρώτα χρόνια ως επιστημονικός συνεργάτης στο πεδίο της Ψυχολογίας. Αργότερα μου προτάθηκε από τον καθηγητή Χρήστο Φράγκο η διδασκαλία ενός νέου μαθήματος με τίτλο «Παιδική Λογοτεχνία» με περιθώριο προετοιμασίας ενός μήνα. Ήταν το 1989-90. Ευτυχώς είχα την ενθάρρυνσή του. Το 1992 εκλέγομαι λέκτορας στο ίδιο γνωστικό αντικείμενο και ακολουθώ την κλασσική πορεία ενός τυπικού μέλους ΔΕΠ.
Από την χρονιά 1995-1996, μαζί με φοιτητές και φοιτήτριες, ιδρύουμε την ομάδα Πειραματικής Λογοτεχνίας και εκδίδουμε ένα περιοδικό με περιεχόμενο τα κείμενα των φοιτητών και φοιτητριών με τίτλο «Λυκοφιλίες». Η ομάδα κατάφερε να εκδώσει τέσσερα παιδικά βιβλία και διαλύθηκε στο έτος 2002-2003.
Διδάσκω στο ΠΜΣ «Δημιουργική Γραφή» του αείμνηστου Μίμη Σουλιώτη από το 2007, και από το 2011-2012 οργανώνω εργαστήρια Δημιουργικής Γραφή στο πλαίσιο του ΚΕΔΙΒΙΜ του ΑΠΘ. Αργότερα, από το 2015 έως το 2019 λειτουργεί στο Τμήμα μου υπό τη διεύθυνσή μου το ΠΜΣ «Δημιουργική Γραφή και εκδοτική παραγωγή για το παιδί: από το σχολικό στο εξωσχολικό βιβλίο». Ήδη από το 2010 ο προσανατολισμός στην δημιουργική γραφή είναι έντονος με πολλές δημοσιεύσεις και βιβλία. Πρόσφατα κυκλοφόρησε και το βιβλίο μου Δημιουργική Γραφή: Παίζουμε Λογοτεχνία, Ζυγός, 2022.
Γιατί θεωρείς ότι η δημιουργική γραφή είναι μια σημαντική συνιστώσα της εκπαίδευσης;
Η δημιουργική γραφή επιτρέπει την αναθεώρηση της διδακτικής προσέγγισης της λογοτεχνίας σε όλες τις βαθμίδες της Εκπαίδευσης και ανοίγει το δρόμο στην εφαρμογή νεωτερικών τρόπων στη διαχείριση του λογοτεχνικού κειμένου και στην ειδική πρόσληψή του από τους αναγνώστες, μαθητές και μαθήτριες. Τροποποιεί και διαφοροποιεί τη σχέση του αναγνώστη με την λογοτεχνία, του επιτρέπει να αναπτύξει την ατομική του ευαισθησία και φαντασία και του προσφέρει πεδία κατάκτησης λογοτεχνικών δεξιοτήτων. Ήδη οι μεταρρυθμίσεις στο χώρο της διδασκαλίας της λογοτεχνίας με την αναλυτική διατύπωση του ρόλου της δημιουργικής γραφής έχουν βελτιώσει πολύ τα πράγματα. Βεβαίως και εδώ η εφαρμογή της κυρίαρχης λογικής της μεταπρατικής ιδεολογίας και στο πεδίο της Εκπαίδευσης (παίρνουμε έτοιμο το μοντέλο και το εφαρμόζουμε στα καθ' ημάς, χωρίς αντιστάθμιση και επεξεργασία) δημιουργεί ασάφειες και παρεξηγήσεις. Μένει να διευκρινιστούν λεπτομέρειες που συνδέονται με ελλείψεις και παρανοήσεις, π.χ. απουσία θεωρητικού μοντέλου ερωτήσεων σχετικά με τον ερμηνευτικό διάλογο και ασαφείς διευκρινίσεις σχετικά με το «ερμηνευτικό σχόλιο». Η διδασκαλία δημιουργικής γραφής ανοίγει διάυλους επικοινωνίας με σύγχρονες παιδαγωγικές διαδικασίες, βασισμένες στις θεωρητικές παραδοχές της λογοτεχνικής αφηγηματικής ενσυναίσθησης.
Χωρίς λειτουργική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, αλλαγές δεν γίνονται εύκολα στην Εκπαίδευση.
Ο «ερμηνευτικός διάλογος» -υποθέτω από τον όρο débat interprétatif- στηρίζεται σε μια σειρά ερωτήσεων, π.χ. βιωματικές, προβολικές, διακειμενικές, αιτιολογικές, υποθέσεων και προβλέψεων, που έχουν καθοριστεί από τη γνωστική ψυχολογία αρχικά για την κατανόηση κειμένου και αργότερα και λογοτεχνικού κειμένου. Το «ερμηνευτικό σχόλιο» που χρειάστηκαν κι εγώ δεν ξέρω πόσα ΦΕΚ για να προσδιοριστεί και μάλλον παραπέμπει στο αντίστοιχο «récit commentaire» έχει στην αυθεντική του μορφή συγκεκριμένο πλάνο και μεγαλυτερο μέγεθος από τις 150 λέξεις που προτείνεται στα καθ’ ημάς. Θέλω να προσθέσω ότι χωρίς λειτουργική επιμόρφωση των εκπαιδευτικών, αλλαγές δεν γίνονται εύκολα στην Εκπαίδευση.
Στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση η εφαρμογή ασκήσεων δημιουργικής γραφής δίνει τη δυνατότητα στο μικρό παιδί να παίξει με τις λέξεις, όπως παίζει με τα χρώματα, τους ήχους και τα σχήματα. Στη Β/θμια του ανοίγει τις πόρτες να δει τη λογοτεχνία και από τη μεριά του συγγραφέα και όχι μόνο από τη μεριά του ενήλικου ειδικού που συχνά απέχει από την ψυχολογία του εφήβου. Παράλληλα, σε συνδυασμό με την αναμενόμενη επιρροή της θεωρίας της πρόσληψης και του αναγνώστη το ενδιαφέρον μετατοπίζεται συνεχώς από τον συγγραφέα, στο κέιμενο και σήμερα στον αναγνώστη/μαθητή. Το ερώτημα «τι θέλει να πει εδώ ο ποιητής» απαγορεύεται και γίνεται «τι καταλαβαίνει εδώ ο μαθητής».
Ποια είναι τα επόμενα σχέδιά σου. Για παράδειγμα, έχουμε χρόνια να δούμε δικό σου λογοτεχνικό βιβλίο…
Έχεις δίκιο. Αυτό συνέβη γιατί τα βιβλία μου ήταν όλα παιδικά. Στο συρτάρι μου έχω αρκετά ποιήματα και διηγήματα για μεγάλους. Ο χρόνος έκδοσης πλησιάζει...