
Για τα βιβλία «Οι Μικρές Κυρίες» της Λουίζα Μέι Άλκοτ, σε διασκευή Αργυρώς Πιπίνη και ο «Όλιβερ Τουίστ» του Τσαρλς Ντίκενς, σε μετάφραση-διασκευή Τατιάνας Γαλάτουλα. Δύο κλασικά μυθιστορήματα και η διασκευή τους σε μικρή φόρμα για το σπίτι, το σχολείο, τη σκηνή.
Γράφει η Ελευθερία Ράπτου
Ριψοκίνδυνο εγχείρημα η διασκευή των κλασικών μυθιστορημάτων που έχουν συντροφεύσει γενιές αναγνωστών, έχουν προσφέρει συγκίνηση και τη χαρά της απόλαυσης ενός έργου τέχνης, έχουν εμπνεύσει τόσους πολλούς επόμενους συγγραφείς παγκοσμίως και φυσικά έχουν γίνει επίσης η πρώτη ύλη διασκευών για το θέατρο και τον κινηματογράφο. Στον παγκόσμιο κανόνα της λογοτεχνίας συγκαταλέγονται τόσα πολλά, ετερόκλητα, γοητευτικά, επιδραστικά αριστουργήματα. Χρειάζεται μια ζωή και ίσως ακόμα παραπάνω για να τα διαβάσουμε όλα, να συνοδοιπορήσουμε με τα πρόσωπα και τις ιστορίες τους, να συντονιστούμε με ένα ολόκληρο σύμπαν από χαρακτήρες, καταστάσεις, σχέσεις, αξίες, παραδοχές, συνθήκες, τόπους που υπάρχουν και διαπλέκονται στις σελίδες.
Υπάρχουν βιβλία που οι εκπαιδευτικές νόρμες ορίζουν ως απαραίτητα αναγνώσματα, ως κομμάτια ενός βιβλιογραφικού και αναγωνιστικού παζλ που κάθε παιδί, έφηβος, νέος χρειάζεται να έρθει σε επαφή, ώστε να κατανοήσει τους μηχανισμούς της γραφής, την αναπόδραστη γοητεία της ανάγνωσης, να κινητοποιηθεί ως κριτικός αναγνώστης, να δοκιμαστεί ως δυνάμει σχολιαστής και συγγραφέας, να μάθει, όπως επίσης να εξελίξει τις δεξιότητες και τις αναγνωστικές συμπεριφορές ή ακόμα και να απορρίψει τα δεδομένα, αναζητώντας νέους τρόπους και δρόμους λογοτεχνικής δημιουργίας.
(...) τα ερεθίσματα που δέχονται τα παιδιά και η έφηβοι, η πολυμεσικότητα του μηνύματος, η σύμπλεξη πραγματικής και διαδικτυακής ζωής δεν ευνοούν τη μοναχικότητα της ανάγνωσης
Σε αυτή τη διαδικασία, με τα πολιτισμικά ερεθίσματα να μεταλλάσσονται γοργά πλέον, ίσως πολύ πιο γρήγορα από ό,τι μπορούμε να αφομοιώσουμε, η λογοτεχνία και οι αναγνώστες αναπόδραστα επηρεάζονται και προσαρμόζονται. Το μεγάλο στοίχημα δεν είναι η προσαρμογή των ώριμων αναγνωστών στα νέα δεδομένα, όσο το πώς τα παιδιά θα μπουν στη διαδικασία να διαβάσουν μυθιστορήματα, ιδίως εκείνα που εντάσσονται στον λογοτεχνικό κανόνα, πώς θα μπορέσουν αφενός να πειθαρχήσουν στις απαιτήσεις, που τα βιβλία ως «ζωντανά» έργα τέχνης έχουν από τους υποψήφιους αναγνώστες, αφετέρου να προσλάβουν μέσα από τη δική τους οπτική και να εντάξουν στο δική τους πραγματικότητα το λογοτεχνικό έργο, τις δυνατότητες και τα συναισθήματα που μπορεί να ξεκλειδώσει. Η αναγνωστική υπομονή, επιμονή και κριτική ικανότητα είναι δεξιότητες που αναπτύσσονται, αλλά χρειάζεται επίσης η εναρμόνιση με την πραγματικότητα. Και ας το παραδεχτούμε: τα ερεθίσματα που δέχονται τα παιδιά και η έφηβοι, η πολυμεσικότητα του μηνύματος, η σύμπλεξη πραγματικής και διαδικτυακής ζωής δεν ευνοούν τη μοναχικότητα της ανάγνωσης, ούτε επίσης ευνοούν τη συγκέντρωση για πολύ χρόνο σε μια ασχολία με χαρακτηριστικά που εκ των πραγμάτων αντιδικούν με τον καθημερινό πληροφοριακό καταιγισμό και την πολυδιάσπαση.
(...) οι διασκευές κλασικών μυθιστορημάτων, οι προσαρμογές σε μια αναγνωστική φόρμα πιο «προσιτή» στο σύγχρονο λήπτη-μαθητή είναι μια μέθοδος προσέγγισης του νέου αναγνωστικού κοινού. Δύσκολο εγχείρημα και ριψοκίνδυνο εκ των πραγμάτων (...)
Ακουμπώντας σε αυτή τη λογική, οι διασκευές κλασικών μυθιστορημάτων, οι προσαρμογές σε μια αναγνωστική φόρμα πιο «προσιτή» στο σύγχρονο λήπτη-μαθητή είναι μια μέθοδος προσέγγισης του νέου αναγνωστικού κοινού. Δύσκολο εγχείρημα και ριψοκίνδυνο εκ των πραγμάτων, καθώς μια σειρά από προϋποθέσεις καθιστούν τις διασκευές πεδίο αναμέτρησης με πολλούς παράγοντες, με προεξάρχον βέβαια τον κίνδυνο αλλοίωσης του εννοιολογικού πυρήνα του έργου και σε γενικές γραμμές τη διαπίστωση ότι οι διασκευές επιχειρούν συνήθως μια νέα συγγραφή πάνω στο πρωτότυπο, συχνότατα δε καθόλου μα καθόλου επιτυχημένη.
Εισαγωγή στην επικράτεια της κλασικής λογοτεχνίας
Η δυνατότητα να διαβάζει κανείς, ανάλογα με την ηλικία του και τις αναγνωστικές του δεξιότητες, το πρωτότυπο έργο είναι οπωσδήποτε η καλύτερη εκδοχή, αυτή που συνιστά πολυεπίπεδη και παραγωγική εμπειρία. Ωστόσο για χάρη της εισαγωγής των μαθητών στον κόσμο του βιβλίου, οι διασκευές, όταν πληρούν μια σειρά από κριτήρια και τηρούν την λογοτεχνική ποιότητα, αποτελούν ένα ακόμα εργαλείο στη σχολική τάξη, ένα πιθανά πετυχημένο «αγκίστρι», το «δόλωμα» για την αρχή του ταξιδιού στην κλασική λογοτεχνία. Από εκεί και πέρα τόσο ο μαθητής όσο και ο εκπαιδευτικός μπορούν να χτίσουν τη σχέση με τη λογοτεχνία, που είναι πάντα πολύ προσωπική και διαφορετική για τον καθένα.
Σε αυτό το πλαίσιο Οι Μικρές Κυρίες της Λουίζα Μέι Άλκοτ, σε διασκευή Αργυρώς Πιπίνη και ο Όλιβερ Τουίστ του Τσαρλς Ντίκενς, σε μετάφραση-διασκευή Τατιάνας Γαλάτουλα, που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις Διόπτρα, είναι δύο βιβλία που κινούνται στη λογική της εισαγωγής των νεαρών μαθητών και μαθητριών στην επικράτεια της κλασικής λογοτεχνίας, κάτι σαν αναγνωστικό πρελούδιο για τα εν λόγω εμβληματικά μυθιστορήματα.
Οι «Μικρές Κυρίες» της Λουίζα Μέι Άλκοτ σε διασκευή Αργυρώς Πιπίνη
Οι Μικρές Κυρίες είναι μυθιστόρημα με ποικίλα εννοιολογικά κέντρα. Η οικογένεια, οι αδερφικές σχέσεις, η ταξικότητα, η φτώχεια, αλλά και η θέση της γυναίκας σε έναν κόσμο που συνεχώς αλλάζει, χωρίς όμως να ακυρώνονται οι αγκυλώσεις του παρελθόντος παρά μόνο σημειακά, η γυναικεία χειραφέτηση, η φιλία, η αγάπη, ο πόλεμος, οι εργασιακές σχέσεις και οι σχέσεις ισχύος, η απώλεια, ο θάνατος αλλά κυρίως η πορεία προς την ενηλικίωση θεωρούνται ως σημασιολογικοί κόμβοι στο μυθιστόρημα της Alcott, που πρωτοδημοσιεύθηκε σε δύο τόμους το 1868 και 1869. Με θέμα τις ζωές των τεσσάρων αδερφών Μαρτς – της Μεγκ, της Τζο, της Μπεθ και της Έιμι – η συγγραφέας περιγράφει λεπτομερώς το πέρασμά τους από την παιδική στη γυναικεία ηλικία.
Η Άλκοτ χωρίς να αμφισβητεί τις οικογενειακές και κοινωνικές αξίες της εποχής της, ασκεί ευθεία αλλά εκλεπτυσμένη κριτική στις κοινωνικές αγκυλώσεις και προκαταλήψεις με έμφαση εκείνες που εμποδίζουν την γυναικεία χειραφέτηση.
Στο βιβλίο της η Άλκοτ προβάλλει τη δική της οπτική για την «ντικενσιανή» σημασία του όρου «μικρές κυρίες», μιας περιόδου που το 19ο αιώνα αντιπροσώπευε την ηλικιακή φάση όπου η παιδική και η εφηβική ηλικία βαθμιαία οδηγούν στη γυναικεία ενηλικίωση. Καθεμιά από τις αδερφές Μαρτς ζει μια αλληλουχία από οδυνηρές και ευχάριστες εμπειρίες, μέσα από τις οποίες τόσο τα πρόσωπα του βιβλίου όσο και ο αναγνώστης να κατανοήσουν πόσο πολύ πιο σύνθετες είναι η παιδική και η εφηβική ηλικία , αλλά και πόσο σύμπλοκο και διαχρονικό είναι το γυναικείο ζήτημα. Η Άλκοτ χωρίς να αμφισβητεί τις οικογενειακές και κοινωνικές αξίες της εποχής της, ασκεί ευθεία αλλά εκλεπτυσμένη κριτική στις κοινωνικές αγκυλώσεις και προκαταλήψεις με έμφαση εκείνες που εμποδίζουν την γυναικεία χειραφέτηση.
Στη διασκευή που επιμελείται η Αργυρώ Πιπίνη, ο πυρήνας των θεμάτων και των σχέσεων, που αναδεικνύει η Άλκοτ στο πολυσέλιδο μυθιστόρημα, διατηρείται, αλλά όπως είναι φυσικό η νέα εκδοχή συμπυκνώνει τις καταστάσεις προσφέροντας τη γενική εικόνα μέσα στην οποία κινούνται οι χαρακτήρες. Ακριβώς μέσα από τη συμπύκνωση, την αναγκαία περικοπή και σύντμηση σκηνών και καταστάσεων η ιστορία αποδίδεται στα παιδιά σαν ένα σενάριο, σαν τον καμβά πάνω στον οποίο θα σκεφτούν και θα εξελίξουν την ιστορία στη δική τους πραγματικότητα. Η Πιπίνη χρησιμοποιεί με προσοχή και ευαισθησία την τεχνική του σεναρίου. Επιλέγει κρίσιμα γεγονότα για την εξέλιξη της ιστορίας, σκιαγραφεί τους χαρακτήρες, εντοπίζει τους τρόπους συμπεριφοράς και αλληλόδρασης. Χωρίζει το διασκευασμένο κείμενο σε 10 σύντομες ενότητες και προσθέτει έναν επίλογο στον οποίο εντάσσει προσεκτικά και συνοπτικά την κατάληξη της ιστορίας.
Τα παιδιά (ιδανικά από 8 μέχρι 12 ετών) θα διαβάσουν με ευχαρίστηση το διασκευασμένο μυθιστόρημα, που πολύ πιθανόν θα τους γεννήσει την επιθυμία για την «πλήρη» ιστορία. Η νέα έκδοση-διασκευή λειτουργεί ως δραματικό σενάριο που διαθέτει αναμφισβήτητα σκηνικό ορίζοντα, αλλά και ως βάση εργασίας στα μαθήματα της γλώσσας, της λογοτεχνίας, της θεατρικής αγωγής.
Ο «Όλιβερ Τουίστ» του Τσαρλς Ντίκενς σε μετάφραση-διασκευή Τατιάνας Γαλάτουλα
Ο εμβληματικός και διαχρονικός Όλιβερ Τουίστ του Τσαρλς Ντίκενς, στη μεταφρασμένη και διασκευασμένη εκδοχή της Τατιάνας Γαλάτουλα, διαθέτει επίσης, τις ποιότητες του κειμένου που υπακούει στη σεναριακή λογική, όπως επίσης μπορεί να λειτουργήσει ως η πρώτη ύλη για ένα σχολικό, λογοτεχνικό και θεατρικό εργαστήριο.
Η γλώσσα είναι ακριβής, μεταδίδει τα νοήματα χωρίς να δυσκολεύει τα παιδιά, διατηρεί το επίπεδο της λογοτεχνικότητας που οι περισσότεροι μαθητές του δημοτικού μπορούν να κατανοήσουν χωρίς να «βαρύνουν».
Η Γαλάτουλα οργανώνει τις ενότητες του διασκευασμένου μυθιστορήματος σαν σκηνικά επεισόδια. Είκοσι πέντε μικρά κεφάλαια ξεδιπλώνονται το ένα μετά το άλλο. Σκηνές από το αγαπημένο, διαχρονικό, μυθιστόρημα του Ντίκενς, οι οποίες όμως μπορούν εδώ να διαβαστούν και αυτοτελώς. Οι τίτλοι κάθε ενότητας ως τροχιοδεικτικά, καθοδηγούν τα παιδιά. Στην αρχή του βιβλίου η Γαλάτουλα παρουσιάζει τα σημαντικότερα πρόσωπα που «συνοδοιπορούν» με τον Όλιβερ Τουίστ στη μεγάλη του περιπέτεια. Ονόματα και ιδιότητες παρατίθενται όπως στην αρχή ενός δραματικού κειμένου. Η γλώσσα είναι ακριβής, μεταδίδει τα νοήματα χωρίς να δυσκολεύει τα παιδιά, διατηρεί το επίπεδο της λογοτεχνικότητας που οι περισσότεροι μαθητές του δημοτικού μπορούν να κατανοήσουν χωρίς να «βαρύνουν». Και εδώ η λογική του σεναρίου είναι εμφανής.
Τα παιδιά από 8 έως 12 ετών αποτελούν το κοινό στο οποίο απευθύνεται η έκδοση.
Τα δύο βιβλία δεν ανταγωνίζονται τα πρωτότυπα, δεν έχουν αυτή τη στόχευση ούτε επίσης αποσκοπούν στο να αντικαταστήσουν την ανάγνωση των κλασικών μυθιστορημάτων καθαυτών. Λειτουργούν όμως σαν οδηγοί ανάγνωσης, σαν κείμενα που εισάγουν τα παιδιά στη διαδικασία της ανακάλυψης της κλασικής λογοτεχνίας. Αποτελούν χρήσιμα εγχειρίδια για την τάξη ενώ η δραματική οικονομία που τα διακρίνει, μαζί με τον διαλογικό ρυθμό που διαθέτουν, τα καθιστά πολύ ενδιαφέρον υλικό για σκηνικά ανεβάσματα και σύνθετες θεατροπαιδαγωγικές δραστηριότητες.
Σημειώνεται ότι η διασκευή της Αργυρώς Πιπίνη για τις Μικρές Κυρίες έχει κυκλοφορήσει και σε εικονογραφημένη εκδοχή με την εικονογράφηση της Αιμιλίας Κονταίου (εκδ. Διόπτρα, 2019), ενώ στη νέα σειρά κυκλοφορεί ήδη και η διασκευή του Μιχάλη Μακρόπουλου στη Φάρμα των ζώων του Τζορτζ Όργουελ, που είχε κυκλοφορήσει σε εικονογραφημένη εκδοχή με την εικονογράφηση της Θέντας Μιμιλάκη (εκδ. Διόπτρα, 2020).
Τέλος, όλα τα εξώφυλλα της νέας σειράς των εκδόσεων Διόπτρα Τα παιδιά διαβάζουν κλασικά είναι του εικονογράφου Βασίλη Κουτσογιάννη.
*Η ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ ΡΑΠΤΟΥ είναι θεατρολόγος-εκπαιδευτικός και κριτικός θεάτρου.